11 Αυγ 2008

Εγώ λέω να τη κάνω...


Για ένα πιό έναστρο ουρανό...

Για ένα πιό βαθύ γαλάζιο...

Για να με δεί η Πανσέληνος τ'Αυγούστου...

Για να γνωρίσω τη Κυθήρεια γή...


Για να μου λείψετε και λίγο, βρε αδερφέ!

6 Αυγ 2008

Mιά ανάρτηση που ψάχνει το νόημά της...

Η σκέψη μου σκόρπια, και τα ερεθίσματα αναιρούν το ένα, το άλλο. Πώς εκφράζονται οι λέξεις που ξεπηδούν απο συναισθήματα ανάμικτα και παραζαλισμένα; Ποιές φωνές είναι οι πιό δυνατές, οι πιό αποφασισμένες να κατακλύσουν ένα χώρο ήδη "κατειλλημένο"; Και ποιές οι εικόνες που "κλέβουν" το μερτικό τους απ'τη ψυχή, και πανηγυρίζουν αδιάντροπα μπροστά στα μάτια μου;
Τα μαζεύω διστακτικά όλ'αυτά, και τα τσουβαλιάζω άτσαλα μέσα στο κενό λευκό χώρο, που υποδέχεται αυτό που ονομάζεται "νέα ανάρτηση", και που πολύ θα ήθελα καμιά φορά, σαν σήμερα, να γράφει "ανάρτηση χωρίς νόημα", ή ακόμα καλύτερα "αδιέξοδη ανάρτηση", 'η ακόμα πιό καλύτερα "ανάρτηση που ψάχνει το νόημά της".
Κι'εναποθέτω αυθόρμητα, όλον αυτό τον αχταρμά απο σκέψεις, φόβους, προσδοκίες και ελπίδα, στην απόλυτη ασφάλεια της απόστασης , όχι όμως και της αποστασιοποίησης.
Εναποθέτω και παραθέτω τα μοχθηρά καλικαντζάρια του μυαλού μου, σε μιά προσπάθεια να τα στοιχίσω όμορφα-όμορφα, να τα ιεραρχήσω, να τα υποτάξω, να τα εξηγήσω.
Μα όχι, δεν είναι δά και τόσο εύκολο!
Γι'αυτό, όση ώρα γράφω, μηχανικά σχεδόν, καταβάλλω προσπάθεια να μη δώσω στις σκέψεις μου παραληρηματικό χαρακτήρα, πράγμα που πολύ θα τόθελα, αφού παραληρούν τα τερατάκια του μυαλού μου, παραληρούν τα ερωτήματα τα δικά μου, και νοιώθω ότι κινούμαι μέσα σ'ένα κόσμο που παραληρεί κι'αυτός, και παραπαίει, πότε σε μονοπάτια σκοτεινά, πότε στο φώς.
Δε ξέρω τελικά, αν βρίσκω τις απαντήσεις μόνη μου, με το ένστινκτό μου οδηγό, ή άν το παραλήρημα που έρχεται και με βρίσκει στο γνώριμο και ασφαλή κόσμο της "νέας ανάρτησης", με παίρνει απο το χέρι και με οδηγεί αυθόρμητα στο θαυμαστό κόσμο της νομοτέλειας. Σ'ένα κόσμο, όπου τα πάντα διέπονται απο το νόμο του "αιτίου και του αιτιατού", και όπου τίποτα δε μένει αναπάντητο.
Μήνες ολόκληρους απέφευγα επιμελώς να μπώ στο μπλογκ του μπαμπά της Λυδίας, πολλές, αμέτρητες φορές, ψιθύριζα στον εαυτό μου "σήμερα πρέπει να επισκεφτώ αυτό το μπλογκ", και την επόμενη στιγμή, απλά το "ξεχνούσα". Ηταν ο τρόμος της απελπισίας που θα συναντούσα; Ηταν η γνώση του ότι η απελπισία βιώνεται στις πραγματικές της διαστάσεις, μόνο απ'αυτόν που αισθάνεται τη γεύση της στο στόμα του; Ηταν ο φόβος του "και τώρα, τί;", η φρίκη της κάποιας στιγμής, που μπορεί να τη προφτασει τη Λυδία, μπορεί και όχι, ίσως, όμως, πώς, ρε γαμώτο, πώς διαχειρίζεσαι μετά τα λόγια, τις ανεκπλήρωτες ελπίδες που τρέφεις και προσφέρεις, ή νομίζεις πως προσφέρεις, πώς μεταλλάσσεις την αισιοδοξία σε παρηγοριά, πώς αναιρείς τα ευχολόγια και τις καλοπροαίρετες παραινέσεις, για να δώσεις τη θέση τους στη σιωπή, στη ντροπή, στο πένθος, που είναι μόνο δικό τους, να πάρει η ευχή να πάρει, μόνο δικό τους!
Παραληρώ, δε τη γλυτώνω...
Η νομοτέλεια όμως, φαίνεται ότι έκανε τη δουλειά της.
Μπήκα χθές. Συγκινήθηκα, έκλαψα, τρόμαξα. Οπως και όλοι όσοι το επισκέπτονται, φαντάζομαι. Δεν είναι αυτό πρωτότυπα, δεν είναι παράξενο, δε κατέχω καν τα πρωτεία στη συγκινησιακή φόρτιση που εκπέμπει η περίπτωση της Λυδίας.
Το πιό απροσδόκητο γεγονός, είναι πως μέσα απ'αυτό το μπλογκ, μέσα απ'τη φαινομενικά άδικη και σκληρή πλευρά της ζωής που αυτοί οι άνθρωποι βιώνουν, εγώ εισέπνευσα βαθιά, το καθαρό και ζωογόνο αέρα της αγάπης, κι'ένοιωσα το χάϊδεμα δεκάδων ανθρώπων, να περιβάλλει τη μικρή Λυδία και τους γονείς της, ένοιωσα τη θετική ενέργεια να λειτουργεί σα το πιό ισχυρό παυσίπονο, σα τη πιό αποτελεσματική μάσκα οξυγόνου, όχι μόνο γι'αυτούς που έχουν το πρόβλημα, αλλά ακόμα και για μένα, που απέχω απ'το πλάϊ τους αλλοίμονο, ακόμα και για μένα, που πιάνω τις τελευταίες μέρες το μυαλό μου να τρέχει να κρυφτεί απο τα τερατάκια που το κατατρέχουν, που εισπράττω τις χαρές, τις προσδοκίες, άχαρα αναμεμιγμένες με το φόβο, με τα "πώς" και τα "γιατί" μου.
Οχι, δεν έβαλα σε τάξη τη σκόρπια σκέψη μου, ούτε αράδιασα τακτικά-τακτικά τις απαντήσεις, δε τις ιεράρχησα, τις άφησα να πλανιώνται χορεύοντας στα βάθη του μυαλού μου, αλλά νομίζω πως κατάφερα κάτι πιό σημαντικό: να τις εμποδίσω να με καννιβαλίσουν.
Σκέφτηκα πως, αφού υπάρχει τόση αγάπη γύρω μας, τόση συμπόνοια, η νομοτέλεια επιτάσσει πως στην άλλη πλευρά της ζυγαριάς, ζυγιάζεται η δυστυχία, η αγριότητα, ο πόνος.
Κατάλαβα, ή έτσι ίσως ήθελα να καταλάβω, πως τ'άρρωστα, δυστυχισμένα μυαλά που περιπλανιώνται τυφλά στα πιό σκοτεινά μονοπάτια του κόσμου αυτού, είναι το αντίβαρο του φορτίου που λέγεται ψυχική ισσοροπία, ανθρωπιά, αγάπη, δηλαδή ευτυχία.
Να μη ρωτάμε το γιατί. Η φύση δεν ασχολείται ν'αναλύει. Ούτε να εξηγεί. Τα πάντα όσα συμβαίνουν γύρω μας είναι εξηγήσιμα, αλλά μόνο με τη δική της λογική: τη νομοτέλεια.
Να μη κρίνουμε. Η φύση δε κρίνει, δεν ηθικολογεί, δε συμβουλεύει. Απλά λειτουργεί, με τους δικούς της νόμους.
Να μη θυμώνουμε. Δε μπορείς να θυμώσεις όταν ένα κύμα καταπίνει ένα σπίτι, ένα κύμα διαθέτει δύναμη, χωρίς να χρειάζεται να εξασκηθεί σ'αυτό, υπάρχει απλά, επειδή πρέπει να υπάρχει, και υπακούει μόνο στούς νόμους περι συμπίεσης των υγρών στοιχείων, πουθενά αλλού.
Να μπορέσει ίσως το μυαλό μας να καταννοήσει έστω και στο ελάχιστο, πως στο κόσμο αυτό που μόνος κυρίαρχος θεός είναι η "φύση", όλα συμβαίνουν στη διττή τους διάσταση: το καλό και το κακό (τί ουτοπική έννοια, αλήθεια), η ευτυχία και η δυστυχία (λιγότερο ουτοπική έννοια, αλλά ουτοπική), η δημιουργία και η καταστροφή (ουδόλως ουτοπική έννοια).
Ετσι, σα μιά αυτόκλητη, μυστική άμυνα, η συναισθηματική μου νοημοσύνη, πήρε τ'όπλο της και αντιπαρατάχθηκε γενναία στα τερατάκια που είχαν στήσει άγριο χορό στα "μέσα μου", διαβάζοντας το μπλογκ του μπαμπά της Λυδίας, και μη αποφεύγοντας τελικά το παραλήρημα, στέλνω τα βόλια μου ενάντια στο φόβο, και ξορκίζω το πανικό μου για το άδηλο μέλλον της μικρούλας.
Προσπαθώ να δω πιό καθαρά την αναγκαιότητα της ύπαρξης ανθρώπων ψυχωσικών, ανθρώπων "καννίβαλων", και να μπορέσω τελικά ν'αγγίξω όσο πατάει η γάτα, τη σκοτεινή πλευρά της Σελήνης, που χωρίς να ρωτάει, χωρίς ν'αμφισβητεί, απλά υπάρχει και οφείλει να μας το υπενθυμίζει κάθε τόσο, γιατί;, γιατί έτσι!
Πάντα θα χάνονται παιδάκια, πάντα θα ταξιδεύουν μακριά, αυτά που δεν είναι "ταγμένα" να προφτάσουν τις απαντήσεις, να τα προλάβει η γνώση.
Πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι με μοιρασμένο ένα ρόλο αποτρόπαιο και φριχτό για να παίξουν, ένα ρόλο που τους δόθηκε ερρήμην τους...
Αρρωστα, βασανισμένα κορμιά.
Αρρωστα, βασανισμένα μυαλά.
Κι'απ'την άλλη μεριά της πλάστιγγας,
Ανθρώπινη αγάπη και συμπαράσταση, χάδι και τρυφερότητα και πράξεις μεγάλες και θαυμαστές, υπομονή κι'εγκαρτέρηση, και χαρά και έρωτας, στοργή και δόσιμο.

Η νομοτέλεια έκανε τη δουλειά της.
Το παραλήρημα έκανε τη δουλειά του.
Συγνώμη αν σας ζάλισα καλοκαιριάτικα....
Εκανα κι'εγώ τη δουλειά μου...

1 Αυγ 2008

O Αρης κυνηγάει τ'όνειρό του...







Ο Αρης...



Παιδί λιγομίλητο, κλειστό, μ'ένα πρόσωπο όλο χαμόγελο, μα ένα χαμόγελο που ερχόταν απ'αλλού. Απο κάπου, που μόνο αυτός ήξερε.



Ο Αρης...



Στα 10 του, το παράπονο της δασκάλας, πάντα το ίδιο: "Είναι πανέξυπνος, αλλά δεν παρακολουθεί. Συνέχεια ζωγραφίζει."



Ο Αρης...



Στα 11 του, οι ακροσελίδες των βιβλίων του σχημάτιζαν κινούμενα σχέδια. Αλλά πραγματικά κινούμενα! Ανθρωπάκια που καθώς τις ξεφύλλιζες, τα έβλεπες να ξεδιπλώνουν το βηματισμό τους και σιγά-σιγά να τρέχουν!



Ο Αρης...



Στα 12 του, το σχολείο του έκανε έκθεση με τις ζωγραφιές των παιδιών που τέλειωναν το δημοτικό, και είχε διαθέσει μιά αίθουσα ξεχωριστή, μόνο για τις ζωγραφιές του Αρη! Δεινόσαυροι και τερατάκια βγαλμένα απο την φαντασία του, σκαρφαλωμένα στούς τοίχους της σχολικής αίθουσας, και με μιά τόση δα μικρή υπογραφή, κάτω δεξιά: Α.Κ.



Στα 13 του, κάποια Χριστούγεννα, έστησε κάτω απ'το δέντρο, το δώρο του: Ενα χέρι, μιά παλάμη, πιστό αντίγραφο του χεριού του, χρωματισμένο τόσο πιστά, που έμοιαζε αληθινό, με τις φλέβες, τα νύχια, τους κόμπους των δαχτύλων κατάλληλα σκιασμένους με χρώμα, φτιαγμένο απο πηλό, και ψημένο στο φούρνο του σπιτιού!



Απο τα 13 του ο Αρης κυνήγαγε τ'όνειρό του, παίζοντας, θυμώνοντας, αντιδρώντας, σιωπώντας, γελώντας.



Το κυνήγαγε με τον εντελώς δικό του τρόπο, ακολουθώντας πάντοτε τα μονοπάτια της φαντασίας του, μην αμφισβιτώντας ποτέ την ορθότητα του ενστίνκτου του, διαφυλάττοντάς το απο τη κριτική των πολλών, κλείνοντας σχεδόν τ'αυτιά του στα οποιαδήποτε επαινετικά ή απαξιωτικά σχόλια, και ταξίδευε μονάχος του, αυτός και η κιθάρα του, σ'αυτό το "κάπου", τη πηγή του τεράστιου χαμόγελού του, που μόνο αυτός γνώριζε και αναγνώριζε.



Απο τα 16 του και μετά, τα "τέρατα" του μυαλού του, άρχισαν να παίρνουν μορφή απ'τα χέρια του.



Ενα παιδί, που ποτέ δεν στάθηκε ικανό να συγκεντρώσει τη προσοχή του πάνω απο δύο λεπτά στο ίδιο πράγμα (εκτός απο τις ταινίες επιστημονικής φαντασίας, τα θρίλερ, και τη μυστική ζωή των εντόμων), αυτό το παιδί, "έλειωνε" κανονικά πάνω σε μιά καρέκλα, μπροστά σ'ένα γραφείο, κι'ακούγοντας δυνατά heavy metal και hard rock, καπνίζοντας το ένα τσιγάρο μετά το άλλο, σκάλιζε με βελόνες του ραψίματος, κατσαβίδια και μικρά αυτοσχέδια καλέμια, άλλοτε ανθρώπινα κεφάλια, άλλοτε ζώα της προϊστορικής περιόδου, κι'άλλοτε φιγούρες απο κόμικς και ταινίες τρόμου.



Αν του μιλούσες την ώρα που δούλευε, δεν είχε επαφή.



Πολλές φορές τελειώνοντας ένα "γλυπτό", τέλειο κατα γενική ομολογία, το κατάστρεφε, γιατί διαπίστωνε, όπως έλεγε, ότι" δεν είχε πετύχει όπως έπρεπε την σύσπαση των μυών, στην κραυγή, ή στο γέλιο".



Αυτός, που με τα βιβλία ουδέποτε τα πήγαινε καλά, είχε δημιουργήσει λίστα απο βιβλιογραφία σχετική με τα εργαλεία που είναι καταλληλότερα για γλυπτική, τα υλικά που συνήθως χρησιμοποιούνται σ'αυτού του είδους τις κατασκευές, και τίς δουλειές των διάφορων καταξιωμένων στο τομέα αυτό καλλιτεχνών, στο χώρο του κινηματογράφου και της τηλεόρασης.



Αυτός, που δίσταζε ακόμα και να απευθύνει τον λόγο σε γνωστούς κι'αγνώστους, έστελνε γράμματα, σε διάσημους δημιουργούς special effects, ζητώντας πληροφορίες για τη δουλειά τους, και απαντήσεις στις απορίες του.



Στάθηκε αδύνατο, να συσχετίσει το μεγάλο ταλέντο του, με τα λεφτά. Δεν υπήρχε περίπτωση ούτε μιά στο εκατομύριο, να του προτείνουνε μιά κατασκευή με αντίτιμο χρήματα αξιόλογα για την ηλικία του, και να την κάνει, άν δε πήγαζε απο τη δική του ανάγκη να τη δημιουργήσει. Ποτέ και με τίποτα, δεν έμεινε ευχαριστημένος απο "κατα παραγγελία" δουλειά του, τόσο που έψεγε απο πάνω τον εαυτό του, που προσπάθησε έστω και μόνο να την ολοκληρώσει.



Μόνο όταν κάθε φορά και πιό πολύ, τελειοποιούσε ένα γλυπτό, μόνο τότε, το τεράστιο χαμόγελό του, αυτό που ερχόταν απο κάπου, γέμιζε το πρόσωπό του με ικανοποίηση, και ηρεμούσε για λίγο τη ψυχή του...



Οταν ο Αρης έκανε το στρατιωτικό του, μάζευε ρίζες απ'το δάσος και σκάλιζε μορφές...



Οταν έβλεπε ένα κομάτι ξύλο πεταμένο στο δρόμο, αυτό είχε ήδη μεταμορφωθεί μές στο μυαλό του. Σε σπαθί με ξύλινη σκαλιστή λαβή, σε τοτέμ, σε ειδώλιο...



Και μέσα του, εξακολουθούσε να τρέφει τ'όνειρό του...



Δούλεψε σε εταιρεία με επιγραφές. Καλή δουλειά, καλά λεφτά, αρκετά ταξείδια.



Οχι γι'αυτόν.



Δούλεψε σε εταιρεία με μηχανήματα, σαν οδηγός σε φορτηγάκι. Καλή δουλειά (δε βαριόταν πολύ, τουλάχιστον), μέτρια λεφτά, αλλά ...



Οχι γι'αυτόν.



Συνεργάστηκε με μαγαζιά που πουλάνε τέτοια είδη. Πολύ καλά λεφτά, ζήτηση των γλυπτών του, επαινετικά σχόλια, αλλά...



Ποτέ δε ζήτησε αυτά που του χρωστάγανε, ποτέ δεν τον ικανοποίησε η αυξημένη ζήτηση του "τάδε" κοματιού, γινότανε τότε αυτό που μισούσε: το "κατα παραγγελία".



Οχι γι'αυτόν.






Στίς 31 Ιουλίου του '08, το χαμόγελο του Αρη, ερχόταν κατευθείαν μέσα απ'τη καρδιά του.



Και η καρδιά του ήταν ολόκληρη ένα χαμόγελο.



Ταξίδεψε πιά αληθινά.



Με τις αποσκευές του γεμάτες ελπίδα και τερατόμορφα γλυπτά, ξεκίνησε το κυνήγι του ονείρου του στην Αγγλία.



Η αναμονή της συνάντησής του με κάποιον "μαιτρ" του είδους, στο Λονδίνο, θα είναι γεμάτη προσδοκίες που τις έτρεφε απο παιδί υπομονετικά, πεισματικά και τυφλά.



Αν αποτύχει, ο Αρης θα έρθει αντιμέτωπος με την εύθραυστη ιδιοσυγκρασία του, με την παθιασμένη πλευρά του εαυτού του, με την άρνησή του να δεχτεί οποιονδήποτε άλλο δρόμο, πέρα απ'αυτόν που έχει διαλέξει.



Δεν ξέρω αν η αγωνία του είναι μεγαλύτερη απ'τη δική μου.



Εύχομαι, όχι.



Γιατί δεν θα τ'αντέξω να μη ξαναδώ αυτό το πρόσωπο, ολόκληρο ένα χαμόγελο.



Καλή επιτυχία, παιδάκι μου γλυκό!