22 Οκτ 2009

H μπαλάντα της Στιγμής

Η δύναμη της εικόνας;
Η, η δύναμη της μουσικής;

Πώς διαλύεται ο χρόνος στιγμιαία, χίλια κομμάτια γίνονται τα χρόνια που πέρασαν και σαν σε έκρηξη εκσφενδονίζονται βίαια και μές στο άπειρο της στιγμής έρχονται εικόνες μαζί με νότες και καρφώνονται αναίμακτα στο μυαλό...
Δεν πονάει. Εκπλήσσει.
Ενας Νοέμβρης μακρινός, πίσω αφημένος στα χρόνια, πάντα τρυφερός αυτός ο μήνας, ερωτικός και μυστήριος, υπόσχεται κι' αποκαλύπτει, με κινήσεις αργές, απολαυστικές, πετάει τα ρούχα του, δεν βιάζεται καθόλου, σφυρίζει μελωδίες ξεχασμένες, ίσως λιγάκι ντεμοντέ, καί πάντα καταφέρνει να ιδρώνει τα κορμιά των ανθρώπων χαμογελώντας, να παίρνει μετά ένα σφουγγάρι απο βρύα και λειχήνες και να τα σκουπίζει στοργικά.
Ενας Νοέμβρης μακρινός κι' ερωτευμένος με τον έρωτα, ν' απλώνει ομίχλες που κρύβουν τίς ντροπές, να λούζει στην ώχρα το κόκκινο της ηδονής, να προσγειώνει και ν' απογειώνει συνάμα την υπόσχεση, την προσδοκία, τον πόθο, τη φυγή, το τέλος...
Οτι τελειώνει... Οτι δεν τελειώνει ποτέ... Τούς φευγάτους έρωτες του παρελθόντος, όλα τα ά-μορφα που πρέπει να πραγματωθούν, όλα τ' αθάνατα που αναπνέουν μέσα μας, μα δεν τα νοιώθουμε...
Ενας Νοέμβρης μακρινός λοιπόν, χαμένος στο "τότε", και μιά μουσική! Σε μιά στάση του χρόνου, που μερικές φορές μοιάζει αιώνια και ώ! του θαύματος, παραμένει αιώνια! Σε πείσμα τών καιρών και μιάς μνήμης ισοπεδωτικής, μιά εικόνα και μιά μουσική πιάνουν στα χέρια τους το καλέμι και σμιλεύουν τίς θύμησες τις μακρινές "ξεσκαρτάροντας" επιδέξια το περιττό και το ανώφελο, την ουσία μόνο κρατώντας, την απόλυτη αξία της στιγμής, χωρίς τα "πρίν" και τα "μετά", χωρίς στολίσματα και εξηγήσεις, χωρίς "γιατί" και "επειδή", εικόνα μόνο κι' ήχος, χρειάζεται "γιατί" η εικόνα; Χρειάζεται "επειδή" ο ήχος;
Στροφές ανάβασης μέσα σε τοπίο φθινοπωρινό, ανυποψίαστος ο νούς σιγοτραγουδάει ευτυχισμένος για την ομορφιά εκεί γύρω, για την ομορφιά εκεί μέσα του... Ρουφάνε τα μάτια το χρυσό ολόγυρα, μαζεύουνε το κόκκινο απ' τα δέντρα, το κάνουν ένα με το κόκκινο της καρδιάς, αναβλύζει η ψυχή το χρυσό του έρωτα, το κόκκινο της προσμονής, το χλωμό καφεκίτρινο του φόβου που δεν αντέχει τα μεγάλα φορτία ευτυχίας...
Εκεί, σε μιά στροφή, ξεπροβάλλει η Δημητσάνα. Ακουμπισμένη με τό'να χέρι στη μέση και τ' άλλο απλωμένο στα υψώματα πίσω της, σα να στηρίζεται νωχελικά κι' αγέρωχα στα χώματά της, με τα πόδια ανοιχτά και τα μάτια μισόκλειστα, με πεντακάθαρη ποδιά και μπούστο κεντημένο...
Καλύπτει ομίχλη τα κεραμίδια των σπιτιών, μόνο κομμάτια αποκαλύπτονται σιγά-σιγά, "θέλει υπομονή η ομορφιά", σα να σου λέει χαμογελώντας με σιγουριά, σκορπίζει κάπνα στον ουρανό και ευωδιά καμμένου ξύλου στα ρουθούνια, κι' ύστερα παίρνει τις σκιές απ' τα σύννεφα και τις φοράει τσεμπέρι, μισό να φαίνεται το πρόσωπο, "έλα κοντά" φωνάζει ,"μέσα στις πέτρες των σπιτιών μου, έχω φυλαγμένες αγκαλιές και χάδια", υπόσχεται, και υποδέχεται...
Και μιά κασέττα στο αυτοκίνητο σα να σταμάτησε στο χρόνο.... "Think twice, it's another day for you and me in Paradise"....
Πώς γίνεται αλήθεια, ένα απλό, σχεδόν παιδικό τραγουδάκι να χωρέσει έναν ολόκληρο Παράδεισο; Να δυναμώνει η φωνή του Phil Collins, ν'αγκαλιάζει την εικόνα κι' η εικόνα να επιστρέφει τη φωνή;
Να γίνεται αυτό το μαγικό ταίριασμα, χωρίς πεντάγραμμα, χωρίς φίλτρα, μόνο με την αδιαφιλονίκητη εξουσία της στιγμής, που έρχεται απρόβλεπτα και απρόβλεπτα φεύγει;
Είναι αυτά τα ελάχιστα λεπτά που καθορίζουν τις μνήμες, που διαχωρίζουν το "ζώ" απ' το "βιώνω", που συμπυκνώνονται οι μουσικές όλου του κόσμου με τις μουσικές της καρδιάς, που ανακαλύπτεις ένα κρυφό παράθυρο στη έκσταση, είναι το "τίκ" του ρολογιού που μοιάζει να διαρκεί αιώνια, είναι το "τάκ" του ρολογιού, που μοιάζει να μην ήρθε ποτέ στ' αυτιά , να το πήρε ο Λούσιος στα νερά του, μόνο την ώρα του θανάτου θ' ακουστεί ξανά...
Γίνεται...
Οταν, η εικόνα σφραγίζει τη μνήμη με νότες....
Οταν οι νότες έχουν το χρώμα του έρωτα...
Οταν οι έρωτες βάφουν με τ' άλικο χρώμα της Κνωσσού τη Στιγμή....
Οταν η Στιγμή, πνίγει τους φόβους και την άρνηση...
Οταν η μνήμη δεν σκέφτεται ποτέ δυό φορές....
Δρασκελίζει μεμιάς κοιμισμένους αιώνες και χρόνια, χωρίς δισταγμό, χωρίς ντροπή, χωρίς θλίψη, ψάχνει και βρίσκει αυτό το "τίκ", φρέσκο κι' ανέγγιχτο απ' τον καιρό, το "ρετουσάρει" ελαφρά με λίγο ρόζ και Νοεμβριάτικη ομίχλη, και το σερβίρει σε δίσκο μπακιρένιο, Δημητσάνικο.
Το ράδιο παίζει το "Another day in Paradise" και η Αυτής Μεγαλειότης η Στιγμή, γιορτάζει τις αιώνιες επετείους της αθανασίας της

11 Οκτ 2009

Τ΄απλά.


Θέλω να γράψω για τ' απλό, απόψε. Να ξεχάσω τίς λέξεις και να καταθέσω νοήματα μουγγά. Και ν' αστράφτουν απ'αλήθεια και απλότητα. 
Ανεπίδεκτος μαθήσεως ο νούς, χάνονται τ' απλά του κόσμου μέσα στα ελικοειδή του μονοπάτια. Μπαίνουν τα χρώματα  στη μέση και οι σκέψεις παραπλανούνται κι' ύστερα περιπλανιούνται. Ανόητες προσπάθειες αφαίρεσης, καταλήγουν πάντα στο ίδιο σημείο. Ο λόγος γίνεται αντίλογος, γυρνάει και δαγκώνει την ουρά του, άμυνα και επίθεση μαζί, καταλήγει ένα κουβάρι πρίν πεθάνει, δεν βρίσκεται το απλό στον κύκλο, ο κύκλος είναι περίπλοκο σχήμα, στίς κοίλες επιφάνειες δεν υπάρχει ούτε τέλος, ούτε αρχή.
Πόσο απερίγραπτα δύσκολο είναι να γράψω για τ' απλό... Να κάνω τα μάτια μου σχισμές, χάνονται έτσι τα περιττά, το βλέμμα εστιάζει σ' ότι πραγματικά υπάρχει. Να γεμίσω πέντε σελίδες λέξεις και με τα μάτια μου σχισμές ν' απομονώσω τρείς προτάσεις που να μπορούν να τις συλλαβίσουν μωρά παιδιά.
Ν'απαριθμήσω τ' απλά εκατό φορές, να μάθω να μη τα ξεχνάω. Ν' αποκωδικοποιήσω τα νεύματα των ματιών και τα πρωτόγονα αγγίγματα. Να πετάξω στα σκουπίδια όλα τα διφορούμενα και τα υπερθετικά.
Να ανακαλύψω όλες τις μουσικές του κόσμου μές στο "ντο"και στο λευκό να βλέπω χρώματα.Να γυρίσω χίλιες στροφές γύρω απ' τον αξονά μου, να ξετυλίγονται ένα-ένα τα "επιπλέον", να χάνονται μές στη φυγόκεντρο τα λόγια, έναν αιώνα λόγια κυοφορώ μές στο μυαλό μου, τις σημασίες μόνο να κρατήσω και στην ουσία των πραγμάτων να με ταξιδεύω.
Αδύνατον να γράψω για τ' απλό! Ολα τ' απλά που έχω εύκαιρα, χοροπηδούν ξεδιάντροπα κι' αρνούνται να γίνουν λέξεις...Δεν χωράνε. Γλιστρούν στα πλήκτρα οι Κυριακάτικες φθινοπωρινές λιακάδες, τα χιλιοειπωμένα "σ'αγαπώ" όλου του κόσμου, ένα ζευγάρι μάτια παιδικά, ένα χαλί απο φύλλα, μιά χούφτα φρέσκα καρύδια, η "Σονάτα υπο το σεληνόφως", δυό ζωγραφισμένα βότσαλα, τα παραμορφωμένα χέρια των γερόντων, ένα ποτήρι γιοματάρι, ο ύπνος των μωρών, οι ψάθινες καρέκλες καφενείων.
Με περιπαίζουν και δραπετεύουν...
Προλαβαίνω στον αέρα ένα χαμόγελο. Πάτάω το enter και το φυλακίζω....

Κι' ότι γίνει...