
Το ασαφές, το ακαθόριστο, το συγκεχυμένο, πάντα μ' ενοχλούσε. Ειδικά, όταν ελοχεύει στο μυαλό μου.
Οταν, κάτι έχω-αλλά δεν ξέρω τί έχω, τρελαίνομαι. Και καταθλίβομαι.
Αντέχω τα χειρότερα, δεν τη παλεύω με τ' αόριστα. Κι' αυτή η πικρή γεύση, ακαθόριστη, διακριτικά ενοχλητική κι' επίμονη, κάποιες μέρες τώρα, ασυναίσθητα με οδηγεί προς το πληκτρολόγιο, να το κοιτάω χαζά, αλλά συγχρόνως με μιά σχεδόν τυφλή αφοσίωση, σαν μόλις ν' ανακάλυψα τον αόρατο εξομολογητή που θα μου εκμαιεύσει τ' ανομολόγητα.
Το στομάχι μου, σφιγμένο. Νευρικότητα που εκδηλώνεται με τρέμουλο στα χέρια. Τα ξέρω καλά τα συμπτώματα. Μιά ανεξήγητη βιασύνη, για κάτι που προσδοκώ να συμβεί, ή για κάτι που φοβάμαι να συμβεί. Καλό ή κακό, δεν ξέρω, δεν είναι αναγνωρίσημο, δεν είναι μορφοποιημένο. Δεν είναι προσδοκία, δεν είναι φόβος, είναι σκιά χωρίς περίγραμμα, χωρίς βάρος, χωρίς εκτόπισμα. Είναι κάτι που έρχεται, μπορεί όμως και κάτι που χάνεται.
Νευριάζω με τον εαυτό μου που αδυνατεί να του δώσει σχήμα, χρώμα, μορφή, αλλά συγχρόνως τον εμπιστεύομαι τυφλά. Οσες φορές κατάφερα να ξεμπερδέψω το κουβάρι, του έδωσα δίκιο. Πάντα "ηξερε" αυτός. Τί τον ενοχλούσε ύπουλα. Με ποιές διεστραμμένες ανασφάλειες είχε να λογαριαστεί και ποιές κατεδαφίσεις να ξεκινήσει. Ειδικά οι κατεδαφίσεις είναι ανυπολόγιστα ψυχοφθόρες.
Και οι κρυφές προσδοκίες είναι ψυχοφθόρες. Ιδιαίτερα αυτές που καγχάζουν χαιρέκακα όταν συγκρούονται με τη λογική μου, που πάντα προλαβαίνει να κάνει την υποψία του ανέφικτου πραγματικότητα. Και να μ' αδειάσουν.
Και όπως μηχανικά γράφω τη λέξη "αδειάζουν", αντιλαμβάνομαι ότι και το κενό είναι επίσης ψυχοφθόρο. Να σκύβεις στο μέσα σου να πιείς νερό, και η γούρνα νάναι άδεια. Στεγνή. Και το μόνο που συμβαίνει, είναι ν' ακούς τον αντίλαλο της φωνής σου, που επιμένει να ρωτάει: Ναί, αλλά γιατί;
Περίεργος αυτός ο Σεπτέμβρης...
Σαν να συμβαίνουν πράγματα έξω απο εμάς, για μάς. Σαν να σηκώνουμε ασπίδες προστασίας απο "κάτι". Σα να τρέχουμε σε καταφύγια να κρυφτούμε, απλά για να κρυφτούμε, απλά γιατί η ψυχή μας νοιώθει να θέλει να κρυφτεί. Σα να φοράμε τραγιάσκες και γυαλιά, να μη μας δούνε , να μη μας αναγνωρίσουνε.
Κάποιοι μπλόγκερς "ιδιωτικοποιούν" το ιστολόγιό τους, το προστατεύουν εγω θάλεγα. Κάποιοι, το διαγράφουν οριστικά. Κάποιοι άλλοι, ψιθυρίζουν, ψελλίζουν μονόλογους γεμάτους απελπισία, ή ακόμα, κραυγάζουν τη θλίψη τους. Και τη μοναξιά τους. Και την απογοήτευσή τους. Χωρίς να περιμένουν συμπαράσταση. Χωρίς δεκανίκια. Απλά, εκφράζονται. Κάποιοι παλεύουν με τον εχθρό. Κάποιοι τραγουδάνε "είμαστε ακόμα ζωντανοί", κάποιοι άλλοι "μοχθούν" για την επικοινωνία, βγαίνουν και λένε: -Είμαι εδώ! Ακούστε με!"
Περίεργος, καταλυτικός ο Σεπτέμβρης αυτός...
Σαν απο κάπου να ξεφύτρωσαν αόρατες απειλές, να ξεπήδησαν απ' τον ορίζοντα με το που μας αποχαιρέτησε η κατασκευασμένη καλοκαιριάτικη ανεμελιά, σα νάβρεξε πίκρα και θυμό και θλίψη το σύννεφο του καθενός, μες στη δική του αυλή.
Και στη δική μου, επίσης.
Κλείνοντας την άσκοπη αυτή έκθεση ιδεών, οι πρώτες ψιχάλες έφτασαν κι' εδώ. Κουβαλάνε την υπόσχεση μιάς μπόρας.
Να την ελπίζω;
Να της κρυφτώ;
Τί διάολο; Εχω ξεχάσει πώς είναι ένας αληθινός Σεπτέμβρης;
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Το κάστρο, στην Ακροκόρινθο, έχει παραδοθεί αδιαμαρτύρητα στα σύννεφα που το σκεπάζουν.
Τα χειμερινά προγράμματα της τουβούλας επιδεικνύουν με καμάρι τα επιμελώς προετοιμασμένα πανηγύρια τηλεθέασης που οι επιμελώς "διαβασμένοι" και "πετυχημένοι" καραγκιόζηδες-παρουσιαστές μας σερβίρουν στη μούρη. Το "δήθεν", το φτηνό και το χυδαίο, εισβάλλει απο παντού και ξεγελάει με διάφορετικά πρόσωπα. Ειδήσεις, talk-shows, σηριαλς, στημένες αντιπαραθέσεις, στημένος πανικός, ψέμμα, ψέμμα, ψέμμα, και πάλι ειδήσεις, και πάλι γέλιο σε συσκευασία, και ξύλινες φωνές που κροταλίζουν εξαγγελίες και περιυβρίζουν τη νοημοσύνη μας.
Η πόρτα της κουζίνας μπάζει λίγα νερά.
Η μπόχα όμως, μπαίνει απο παντού, κι' απ' τη πιό μικρή χαραμάδα.
Κι' εμείς παραδινόμαστε αδιαμαρτύρητα στο σύννεφο της μπόχας που μας σκεπάζει...
Σφίξιμο στο στομάχι, τρεμούλα στα χέρια!
Let's fuck!