Η Κυδωνία, η πατρίδα της γιαγιάς Ακκα, ζούσε τις τελευταίες μέρες της ανεξαρτησίας της. Η Βασίλισσα-Χώρα, η Αξιλάνδη, είχε αποστείλει το τελευταίο και οριστικό της τελεσίγραφο προς το μικρό κράτος, εδώ και 17 ημέρες. Αν η Κυδωνία δεν δεχόταν την προσάρτησή της στη Βασίλισσα-Χώρα, οι στρατιωτικές Δυνάμεις της Αξιλάνδης θα χτυπούσαν ανηλεώς την Κυδωνία με τοξικά αέρια που θα εξαφάνιζαν σταδιακά και αμετάκλητα όλη την πλούσια χλωρίδα της και σε δεύτερο στάδιο τ' αεροπλάνα της Υπερδύναμης θα βομβαρδίζαν τους κατοίκους της με καταστροφικούς θανατηφόρους ιούς. Η κυβέρνηση της Βασίλισσας-Χώρας είχε δώσει περιθώριο στον πρωθυπουργό Ραμίντ 20 μέρες για να δεχτεί την προσάρτηση, ή να εκκενώσει τη χώρα χωρίς αντίσταση. Σε διάγγελμά του προς τον λαό της Κυδωνίας, ο πρωθυπουργός δήλωσε την απόφασή του να παραμείνει και να πεθάνει εκεί που γεννήθηκε και διακυβέρνησε επί τόσα χρόνια, και παραχώρησε στον λαό του την ελευθερία της βούλησης να πράξει κατά συνείδηση. Χιλιάδες άνθρωποι κλείδωσαν τα σπίτια τους και με ότι μέσον διέθεταν αποχωρίστηκαν τις εύφορες πεδιάδες της Κυδωνίας, με κατεύθυνση το πουθενά, μιάς και όλες σχεδόν οι γειτονικές χώρες είχαν ήδη προσαρτηθεί στην Αξιλάνδη. Οσοι απέμειναν εκεί, είχαν αποδεχθεί μοιρολατρικά το γεγονός ότι θα τελείωναν την ζωή τους στο μέρος που την ξεκίνησαν, και κάποιοι άλλοι, λιγότεροι σε αναλογία, έσπευσαν να υπογράψουν εγκαίρως δήλωση ότι αποδέχονται ώς κυβερνών κράτος την Αξιλάνδη, με άγνωστη προοπτική διαμονής, εργασίας και επιβίωσης.
Η γιαγιά Ακκα, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, άκουγε σχεδόν αδιάφορα και νηφάλια, τα ρεπορτάζ για την ομαδική φυγή των ανθρώπων και τις γεμάτες αλαζονεία και έπαρση δηλώσεις των κυβερνητικών εκπροσώπων της Βασίλισσας-Χώρας και το μυαλό της μισοναρκωμένο και γαλήνιο προετοίμαζε τα τελευταία της λόγια. Ενα αχνό χαμόγελο είχε χαραχτεί στα σουφρωμένα λεπτά της χείλη καθώς οραματιζόταν ολοζώντανα τα πρόσωπα των δικών της, αυτών που σε λίγο θάρχονταν να την πάρουν-έτσι νόμιζαν τουλάχιστον- μακριά απ' την Κυδωνία, την αγαπημένη της χώρα, για κάπου, που δεν ήξερε πού, κάπου που δεν την ένοιαζε πιά,για κάπου που δεν σκόπευε να πάει ποτέ.
Με κόπο ανασηκώθηκε για λίγο, τράβηξε αργά το μαντήλι απ' το κεφάλι της και τα κατάλευκα μαλιά της πλαισίωσαν με αγάπη τις ρυτίδες της. Στερέωσε τη πλάτη της στα μαξιλάρια, άνοιξε το συρτάρι του κομοδίνου της, πήρε ένα απ' τα επιστολόχαρτα που είχε τακτικά φυλαγμένα εκεί, πήρε μολύβι, κι' άρχισε να γράφει:
"Aγαπημένε μου γυιέ Αγκουν,
Σου γράφω δυό λόγια βιαστικά γιατί σε λίγο θα πεθάνω, πράγμα το οποίο και επιθυμώ με όλη μου την καρδιά. Θέλω να ξέρεις κι' εσύ και η γυναίκα σου, η καλή μου η Φιέρα, καθώς και τα πολυαγαπημένα μου εγγόνια, ο Αμαντ και ο Λαντίρ, πως η ζωή μου όλη πέρασε ειρηνικά κι' ευτυχισμένα και το ίδιο ειρηνικά κι' ευτυχισμένα διαλέγω να εγκαταλείψω τον κόσμο αυτό. Η Κυδωνία μου χάρισε τη χαρά να ζώ απο τα δέντρα μου και τους καρπούς τους. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου μέσα σε πόλεις βιομηχανικές, δεν μπορώ να ξυπνάω και ν΄αντικρίζω μόνο τσιμέντο και γυαλί, δεν μπορώ να ανήκω σ' ένα κόσμο τεχνητό που δεν θα ευωδιάζει σαν τα κυδώνια μου, ούτε θα μου επιτρέπει να παρακολουθώ την ωρίμανσή τους. Δεν αντέχω να δώ τα δέντρα μου να κόβονται, δεν μπορώ να δεχτώ ότι θα τρέφομαι απο πλαστικά σακουλάκια τροφές χωρίς άρωμα, χωρίς γεύση, χωρίς ταυτότητα.
Κι' ετσι αποφάσισα και να με συγχωρέσετε άν σας στεναχωρώ, πως εδώ θ'αφήσω το σώμα μου για πάντα κι' ένα κομμάτι της ζωής και της ψυχής μου θα το κρατήσετε εσείς, σαν διαθήκη, σαν κληρονομιά, κλεισμένο μέσα σε εκατό γυάλινα βάζα που θα βρείτε αραδιασμένα στη κουζίνα. Είναι βάζα με μαρμελάδα κυδώνι, η τελευταία ίσως σπιτική μαρμελάδα στον κόσμο, και για τον λόγο ετούτο, σας παρακαλώ να φροντίσετε να φτάσει κάποιο απ' τα βάζα αυτά και στα δισέγγονά μου, να ξέρουνε κι' αυτά πώς μυρίζαν τα κυδώνια της Κυδωνίας, πώς μυρίζανε τα δέντρα της προγιαγιάς τους.
Να τρώτε έστω και κρυφά λίγη απ' αυτή τη τελευταία σπιτική μαρμελάδα στο κόσμο, γιατί εγώ, δυστυχώς, άλλο τρόπο δεν ξέρω για να πολεμήσω τα τέρατα που μας αλλώνουν, παρα μονάχα να σας κληροδοτήσω μιάν ανάμνηση πολύτιμη κλεισμένη μές στα βάζα, να σας βοηθήσω έτσι λίγο, να μη ξεχάσετε ποτέ τη Κυδωνία, να μη ξεχάσετε ποτέ την αληθινή ζωή.
Σας φιλώ πολύ-πολύ όλους. Και σας αγαπώ.
Η μητέρα και γιαγιά σας Ακκα.
Η γιαγιά Ακκα τοποθέτησε προσεκτικά το επιστολόχαρτο στο κομοδίνο. Πήρε το μαντήλι που φόραγε πριν λίγο στα μαλιά και τόπλεξε ανάμεσα στα δάχτυλά της. Σαν κομποσκοίνι. Στήλωσε τα μάτια της στο ταβάνι, ένα αχνό χαμόγελο διαγράφηκε στα χείλη της κι' ένα μικρούλι δάκρυ ξέφυγε απο τα βλέφαρά της αργά-αργά και κατέληξε στη ρίζα του αυτιού. Γύρισε πλευρό προς τον τοίχο, αναστέναξε ελαφρά και άφησε την ψυχή της να πετάξει ανάλαφρα προς τον κυδωνόκηπο της. Πήγε και κούρνιασε πάνω στα κλαδιά της τελευταίας και πιό απομακρισμένης κυδωνιάς, βολεύτηκε εκεί θαυμάσια και μές στη δροσιά του φθινοπωρινού απογεύματος απόλαυσε τον πιό ειρηνικό κι' ευωδιαστό θάνατο που έχει ποτέ αξιωθεί άνθρωπος σ' αυτή τη γή.
Και η ψυχή όμως της Κυδωνίας, ταξίδεψε εκατοντάδες, χιλιάδες μίλια μακριά, κλεισμένη αεροστεγώς μέσα σε εκατό γυάλινα βάζα και για δέκα τουλάχιστον χρόνια, περέμεινε ζωντανή κι' αρωματισμένη με τη ξινή κι' αέρινη ευωδιά των κυδωνιών, κατάφερνε δέ μάλιστα, να φέρνει δάκρυα στα μάτια σε κάποιους αυτοεξόριστους πολίτες της αλλωμένης χώρας κάθε φορά που αλοίφαν μαρμελάδα το υβριδικό ψωμί τους και πάνω απ' όλα, κατάφερε να διατηρήσει τη μνήμη της αληθινής γεύσης, σαν τη μόνη και αποτελεσματική αντίσταση στη συνήθεια, στη μετάλλαξη, στη λήθη...
Ενα μόνο βάζο παρέμεινε κλειστό για πάντα. Ο Λαντίρ, ο εγγονός, του κόλλησε μιά ιδιόχειρη ετικέττα που έγραφε: "Η μαρμελάδα κυδώνι της γιαγιάς Ακκα. Η τελευταία σπιτική μαρμελάδα στο κόσμο"
Κι' οταν απόκτησε παιδιά, κάποιες φορές, τις κρύες νύχτες του χειμώνα εκεί στη Νέα Χώρα, που ήταν πιά η νέα τους πατρίδα, τα φώναζε κοντά του, άνοιγε με κινήσεις πολύ προσεκτικές το παμπάλαιο βάζο, και τους έλεγε συγκινημένος: "Νά, μυρίστε εδώ, να καταλάβετε περίπου, πώς μύριζε η πατρίδα μας η Κυδωνία, πριν απο πολλά, πολλά χρόνια". Και δάκρυζε, γιατί κυδώνι μύρίζανε πάντα και τα χέρια της γιαγιάς της Ακκα, και το σπίτι της ολόκληρο, και τα ρούχα της ακόμα!
Αντιθέτως όμως, η γιαγιά Ακκα χαμογελούσε θριαμβευτικά! Χρόνια και χρόνια τώρα, κατάφερνε συχνά περίτρανες νίκες ενάντια στον Εχθρό. Νίκες που μύριζαν αληθινό κυδώνι!
43 σχόλια:
A πολύ τυχερή! διάβασα πρώτη την ιστορία σου. Τι ωραίο κείμενο! ξεκόλλησα από την καθημερινότητα και βρέθηκα στον παρήγορο κόσμο των παραμυθιών. Ενιωσα ότι ήμουν σε μια αγκαλιά που με χάιδευαν με φρόντιζαν και με τάιζαν μαρμελάδα κυδώνι. Ευχαριστώ
Χαχαχα... καλό...
Γιατί είναι τόσο δύσκολο αυτό το μέτρο δεν μπορώ να καταλάβω...
βιολιστή μου, δεν θα σου γράψω για το πολύ όμορφο κείμενο, αλλά για την Ακκα :)))
διάβασα με εκπληξη αυτό το ονομα.
εγώ το ξέρω απο την Ακκα Κεμπνεκαϊζ και απο το βιβλίο της Σέλμα Λάγκεντερφ Το θαυμαστο ταξιδι, που αγαπησα ως παιδί πολύ
και που ονόμασα έτσι το γατάκι που μαζεψε προπερσυ το Ραφαηλάκι
πολύ την αγαπάμε την Ακκα μας :))
(άσχετο σχόλιο, αλλα ήθελα πολύ να στο γραψω :)))
Wilma: Κάτι μου λέει πως έχεις ανάγκη για αγκαλιές αυτό το καιρό... Και για παραμύθια. Και ποιός όμως είν' αυτός που δεν τάχει ανάγκη; Πού και πού; Εγώ πρώτη και καλύτερη, όπως βλέπεις!
Εγώ σ' ευχαριστώ!
Darthir: Δεν είναι δύσκολο. Απλά, δεν έχει έρθει η ώρα του ακόμα...
Μαριλένα : Ισως το μυαλό αποθηκεύει υποσυνείδητα κάποια πράγματα Μαριλένα μου. Τη συγγραφέα δεν την ξέρω, αλλά το όνομα της γάτας σου το έχω διαβάσει σε κάποια ανάρτησή σου. Και ψάχνοντας ένα ανύπαρκτο όνομα για τη γιαγιά της ιστορίας, ήρθε στην επιφάνεια! Και μόλις τώρα το συνειδητοποιώ! Κάνένα γάτο Αγκουν έχεις; :))
χαχχ, όχι βιολιστή μου, δεν έχω.
έχω Οράτιο, Νέλλυ και Πόπη :))
(αν συναντηθουμε ποτε, θα σου φέρω το θαυμαστό ταξίδι. θα σ' αρέσει, σιγουρα :))
Γλυκύτατη ιστορία... με φοβερό άρωμα... και γεύση....
Με όλες τις αισθήσεις κρατάς στην καρδιά κάτι ιδιαίτερο....κάτι που αξίζει....
:-)))
΄Ακκα... αυτομάτως τo μυαλό μου πήγε στη ...μαυρούλα της Μαριλένας και το δάκρυ σίγουρα κύλησε με το χαμόγελο της γερόντισσας από ψηλά...
Με συνεπήρε η γλαφυρή σου περιγραφή, με τις κυδωνομυρωδιές και τα ηχηρά "πλόμπ-πλόμπ-πλόμπ"....
Αρμπαρόριζα έβαζε;
Φιλί και Γλαρένιες αγκαλιές
(υ.γ. θα το ξαναπώ.... θεωρώ τις γενιές μας τυχερές που προλάβαμε χώμα, αλάνες, γρατζουνιές, φωνές, χρώματα κι' αρώματα)
γλαρένια χαχχ, είδες επιτυχία η Ακκα; και όχι μονο η γιαγιά :))
βιολιστή μου, πλάκα πλάκα, αλλά το γράψιμο σου, όντως θυμίζει (σε μενα τουλάχιστον) έντονα Σκανδιναυία.
και μ αρέσει.
πολύ
(ειδικά ο τροπος που περιέγραψες την αναχώρηση της γιαγιάς Ακκα..)
φιλιά ξανά :)
Διάβαζα το κείμενό σου. Είχα τελείως αφαιρεθεί, νόμιζα οτι είχα κάποια δική μου γιαγιά να μου διηγείται παραμύθια..
Βλέπεις καμιά φορά όλοι τα έχουμε ανάγκη...
μπες στο chris29-blogspot.com
Μαριλένα: Ναί, να γίνουμε για λίγο πάλι παιδιά! Ποτέ δεν λέω όχι σε θαυμαστά ταξίδια!
Φύρδην-μίγδην : Τυχερή γενιά που έχουμε την δυνατότητα να ανασκαλεύουμε "ανθρώπινες" αναμνήσεις, αλλά καθόλου μικρό το τίμημα να παρακολουθούμε αυτά τα "ανθρώπινα" και αληθινά κομάτια της ζωής να χάνονται σιγά-σιγά...
Ομως: That's life" Γλαρένια μου!
Ακανόνιστη : Ετσι διατηρούμε λίγο την ψευδαίσθηση ότι αυτά που αξίζουν μένουν ζωντανά. Για όσο...
Σ' ευχαριστώ!
πέρασα να γευτώ κι εγώ την μαρμελαδίτσα σου!
τι γλύκα μετέφερες μέσα μου και πάλι θυμήθηκα την γιαγιά μου και τις γεύσεις της, τόπαθα και προχθές στον masterpcm...
βαλθήκατε να μας βουρκώνετε, μου φαίνεται!
σε φιλώ και σε καλημερίζω
μ' όλη την γλύκα της μαρμελάδας σου!
Μαριλένα: Σκανδιναυία; Λές; Να ψάξω σε προηγούμενες ζωές;
Leontokardos : Μήπως όσο μεγαλώνουμε τα έχουμε ανάγκη όλο και πιό πολύ Λεοντόκαρδέ μου;
Ανώνυμος: Βρήκα κάτι βιντεάκια, αλλά δεν είμαι και σίγουρη. Μπορείς να μου το στειλεις σε λίνκ;
ταξίδεψα με τις λέξεις. σαν παραμύθι. που λένε αλήθειες. σαν ξεχασμένες μυρωδιές. θυμήθηκα την γιαγιά μου. που μου έδινε να δοκιμάζω πρώτος γλυκό νεράντζι και κυδώνι και σταφύλι.
καλημέρες χαμογελαστές γλυκές...
Εγραψες ενα αριστουργημα καλη μου βιολιστρια!!!
Μου επιτρεπεις να βαλω λινκ στο φαραωνα -το υφαδι για παραπομπη εδω ε?
ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑ!!!
Υπ οψιν οτι δεν μου αρεσουν τα παραμυθια.Δεδομένα το θεωρω πραγματκη ιστορια ...απ αυτες που διαδραματίζονται σπανια πια πανω στη γη.
εχεις ταλεντο και...διαβαζεται...
Ευχες πολλες για να εχεις ενα καλο Σαββατοκυριακο.
Τρυφερό, σαν γνήσιο παραμύθι και γλυκόπικρο, σαν σπιτική μαρμελάδα.
Έτσι πρέπει νάναι. Να σε γλυκαίνει όσο είσαι εκεί, να σε πικραίνει που δεν είσαι...
Ωραίο το ταξίδι. Μόνο που, πάντα, ο γυρισμός σκοτώνει.
Anepidoti : Μ' αρέσουν ανεπίδοτή μου αυτά τα γλυκόπικρα βουρκώματα. Σαν μαρμελάδα πορτοκάλι μοιάζουν. Γλυκό στην αρχή, αλλά και με λίγη δόση πίκρας στην άκρη της γλώσσας....
Σε φιλώ πολύ!
b/a/s/n/i/a : Χμμμμ! Ετσι εξηγείται αυτό το γλυκύτατο χαμόγελο της φωτογραφίας! :))
Faraona : Πόσο γενναιόδωρο είναι το σχόλιό σου Αναστασία μου! Ευτυχώς που είναι αργά για να πάρουν τα μυαλά μου αέρα! :))
Και σ' ευχαριστώ πολύ για την παραπομπή απο το μπλόγκ σου. Με τιμά.
Και να σου πώ και κάτι;
Ούτε εμένα μου αρέσουν ιδιαίτερα τα παραμύθια.
Εκτός κι' άν έχουν μιά αμυδρή έστω υποψία αλήθειας!
Ομορφο βράδυ σου εύχομαι!
exofthalmi : Σ' ευχαριστώ καλή μου. Κι' εγώ σου εύχομαι ένα πολύ χαλαρό και ξεκούραστο Σαββατοκύριακο.
Φιλιά!
Ζουζούνι : Και καλώστην, και μεγιά το μπλόγκ, και καλορίζικη στη μπλογκόσφαιρα και σ' ευχαριστώ για το τρυφερό σχόλιο...
Καλό βράδυ νάχεις!
Ναι, όσο περνάει ο καιρός, όσα περισσοτερα βλέπουμε και ακούμε, όσο περισσότερο αγωνιζόμαστε για να επιβιώσουμε,τόσο περισσότερο η φαντασία μας τρέχει σε παραμύθια. Νομίζω οτι τα έχουμε πολύ ανάγκη για τη στιγμιαία φυγή που μας προσφέρουν.
Καλό Σαβ/ακο.
έχω μια μαρμελάδα κυδώνι κάπου σ' ένα μου ντουλάπι. μυρίζει φθινόπωρου αναστεναγμό με αρμπαρόριζας ανάσα. ένα δέντρο έδωσε καρπούς για να γίνουν άλλειμα στις αισθήσεις...
κι αν είναι εκεί...μένει για να θυμίζει τελετουργίες και οράματα κλεισμένα σε γυάλινα βαζάκια που έχουν κι αυτά τη δική τους μυστική ιστορία...
όμορφο το ταξίδι σου :)
φιλιά βρόχινα...
Zήλεψα σχεδόν που δεν έχω κι εγώ ένα τέτοιο βάζο μαρμελάδας. Αλλά με αποζημίωσε η περιγραφή σου. :)
Υ. Σ. Άκκα, λέγεται μια φυλή που είχα συναντήσει στο Χρυσό Τρίγωνο κάποτε. Οι γυναίκες φορούσαν πολύχρωμα κι ασημένια κολιέ, που ερχόταν σε αντίθεση με τα κατάμαυρα ρούχα τους... Λες να φτιάχνουν και μαρμελάδες; Την επόμενη φορά θα ρωτήσω ;)
Αχ, βιολιστή μου, τι ωραίο! Και μυρωδάτο και αισιόδοξο και παρήγορο!
(Αν κι εγώ, με τη σπλάτερ διάθεσή μου των τελευταίων ημερών θα έβαζα την Άκκα να δηλητηριάσει τη μαρμελάδα και να την προσφέρει χαμογελώντας σαρδόνια στον Εχθρό. Αλλά τότε δεν θα 'ταν παραμύθι.)
Καλημέρα! καλό ΣΚ!!!
Οταν τελειωσα την αναγνωση το πρωι...
για λιγο ειχα μεινει στην ατμοσφαιρα ..
αποροφημενη και χαμενη
Ειναι η δευτερη φορα που μου συμβαινει αυτο εδω μεσα ...
καλα εκανε η Φαρα και το εβαλε λινκ!! πολυ καλα εκανε
Θα ΤΟ εκανα κι εγω αν δεν ημουν ..σκατοχαρακτηρας!!::)))
- με μαγευεις μερικες φορες Βιολιστρια
καλο απογευμα .
Νεράϊδα της βροχής : Αν την καταναλώσεις, μπορώ να φανταστώ πώς θα την καταναλώσεις. Με το δικό σου μοναδικό, ιδιαίτερο, μαγικό τρόπο!
Καλό βράδυ νεράϊδα μου!
Νεράϊδα της βροχής : Αν την καταναλώσεις, μπορώ να φανταστώ πώς θα την καταναλώσεις. Με το δικό σου μοναδικό, ιδιαίτερο, μαγικό τρόπο!
Καλό βράδυ νεράϊδα μου!
Madame de la luna: Ούτε και ξέρω πώς ενέδρευε το όνομα αυτό στο μυαλό μου. Την φυλή αυτή δεν την ήξερα παρ' ότι έχω πάει στο Χρυσό Τρίγωνο... Ποιός ξέρει; Αραγε υπάρχουν κυδώνια στο Χρυσό Τρίγωνο;
:))
Φιλιά καλή μου...
Elf : Τώρα έχω αρχίσει αρχίσει κι' έχω κάτι υποψίες.... Μήπως δηλητηρίασες και τον Θέμη; Και ακόμα βρίσκομαι στο κεφάλαιο 10!
Καλό Σαββατοκύριακο κοριτσάκι μου!
Τalisker : Αν και σκατοχαρακτήρας εμένα με μαγεύεις πάντοτε!
Σ' ευχαριστώ!
Εξακολουθώ να σε βλέπω ως πυγή αναβλύζουσα συναισθημάτων.
Να σαι καλά. Θέλω να σου ευχηθώ από τώρα καλές γιορτές.
Θα τα πούμε όταν γίνω καλά.
Τι ωραία.
Και μου αρέσει η μαρμελάδαααα...
Πάρα πολύ :)
Καληνύχτα
:*
Ηλίας Κοντολάμπρος : Φρόντισε να γίνεις καλά και σίγουρα θα έχουμε την ευκαιρία για φρέσκες ευχές.
Ευχαριστώ για το ζεστό σου σχόλιο!
City addict : Kι' εμένα μικρή μου! Και είναι πανεύκολο να μάθεις να την φτιάχνεις με τα χεράκια σου.
Καλό βράδυ νάχεις!
Πολύ ...γλυκιά ανάρτηση!
Καλό ξημέρωμα και καλή εβδομάδα!
Δημοσίευση σχολίου