Τον είδε χθές, πρώτη φορά μετά απο τρείς περίπου μήνες. Μπροστά στο κάδο σκουπιδιών, με σκούφο πλεκτό, ριγέ και βρώμικο, αδύνατος πολύ της φάνηκε σε σχέση με παλιά, τη κοίταξε αδιάκριτα όπως πάντα άλλωστε, λίγο αδιάκριτα αλλά και λίγο αδιάφορα συγχρόνως, έτσι όπως αντικρύζουν τον πάνω κόσμο τα πλάσματα της αβύσσου, και συνέχισε να ψάχνει τα σκουπίδια...Με ενδιαφέρον και προσήλωση, συνομιλούσε μέ τα σάπια υπολείμματα ,έτσι όπως καθορίζουν την ύπαρξή τους οι αθέατοι και τα χωρίς όνομα πλάσματα της αβύσσου.
Πριν εφτά χρόνια, τον πρωτόδε. Σε μιά απο τις πρώτες της εξερευνήσεις στο χωριό .Με την αθωότητα της άγνοιας η ψυχή της τότε, με λευκό ποινικό μητρώο η πρώτη της ματιά, με χαμόγελο χωρίς απορίες και υπονοούμενα η επαφή, με σκέψη απερίσκεπτη ο λόγος της, με μιά "καλημέρα" που μοσχομύριζε μάραθο και μισανοιγμένους λεμονανθούς...
Ρώτησε πώς τον λέγανε. Ο" κυρ-Σταύρος ο Τίποτας", της είπανε και γείωσαν τη φαντασία της βίαια.
"Μη πιάνεις κουβέντες μαζί του. Είναι επικίνδυνος. Κι' αυτός και τα παιδιά του."
Μόλις κατάφεραν το φόβο να φωλιάσει μέσα της, πήρε απάντηση στα ερωτήματά της.
Ο κυρ Σταύρος ο Τίποτας, εξήντα πέντε χρόνων περίπου, με μιά ματιά αρπαχτικού που κυνηγά σ' ανύπαρκτα λημέρια, έχει γυναίκα τη θιαΚούλα, κάτι σαν αντικείμενο πάσης χρήσεως για το σπίτι και τις ορέξεις των σερνικών της οικογένειας. Η θιαΚούλα κι' ο κυρ Σταύρος ο Τίποτας, έχουν τρείς γυιούς, μιά κόρη, μιά κατσίκα, ένα σκύλο, και τέσσερεις κότες χωρίς κόκορα.
Ο κυρ Σταύρος ο Τίποτας, όπως λένε εδώ στο χωριό, πηδάει ταχτικά τη κόρη, τη κατσίκα και καμιά φορά τη θιάΚούλα.
Οι γυιοί είναι δεκαοχτώ, εικοσπέντε και τριάντα. Και πηδάνε ταχτικά τη κόρη και τη κατσίκα, και καμιά φορά και τη μάνα τους, όπως λέγεται ψιθυριστά, εδώ στο χωριό.
Η κόρη, που δε ρώτησε τ' όνομα,( μάλλον θα είναι κάτι σαν "η Ελένη η Χαλασμένη"άν είχε βαφτιστεί με παρατσούκλι), έχει γεννήσει μερικά παιδιά, κανείς δε ξέρει πόσα, κανείς δε ξέρει απο ποιόν, και τώρα πλέον ζεί κάπου αλλού, κανείς δε ξέρει άν, κανείς δεν ξέρει πού...
Μένουν σε τρώγλη, στο εμπα του χωριού, τέσσερεις τοίχοι με τσιμεντόλιθους, χωρίς παράθυρο, χωρίς αποχωρητήριο, χωρίς καν πόρτα. Το "σπίτι" χάσκει σα στόμα χωρίς μασέλα, η κατσίκα μπαινοβγαίνει σα να μπερδεύει ποιό είναι μαντρί, ποιό σπίτι, η μπόχα φτάνει μέχρι έξω στο δρόμο, ανάκατη η ανθρώπινη κοπριά μ' αυτή των ζώων, ανάκατα τα ένστικτα με τα αισθήματα, ανάκατος ο θάνατος κι' η επιβίωση, ένα θολό τοπίο συγκεντρωμένο μόνο μέσα σε μιά αυλή, πενήντα τετραγωνικά, κι' ένας "ερωτας" απαξιωμένος κι' άρωστος να σέρνεται σε στρώματα ξεκοιλιασμένα μόνο απ' ανάγκη, μόνο απο εκδίκηση...
Ετσι, ύπουλα, ψιθυριστά και αμετάκλητα, οι καθημερινές, υπέροχες πεζοπορίες της στα περίχωρα του χωριού άρχισαν να καθορίζονται απο σκιές και αρρωστημένες σκέψεις.
Αλλαζε διαδρομή, κάθε που διαφαίνονταν στο βάθος του δρόμου οι φιγούρες του κυρ Σταύρου του Τίποτα, ή κάποιου απ' τους γυιούς του. Ειδικά, ο μεγάλος, ο Γιώργης ο Κανένας, άρχισε επίμονα να τη φοβίζει, καθώς, όποτε διασταυρώνονταν τα βήματά τους τη διαπερνούσε με βλέμμα λαίμαργο και λέξεις ακατανόμαστες που μάντευε πως παραμονεύουν πίσω απ' τα σάπια του δόντια.
Tη μάνα τους, τη θιαΚούλα, μονάχα καναδυό φορές την είχε δεί να ψάχνει στα σκουπίδια με τους γυιούς της. Ηταν τετράπαχη εντούτοις, χαμηλοκώλα, με πεσμένα στήθη, γκρίζα λιγδιάρικα και μακριά μαλιά και το ίδιο σχεδόν, αρπαχτικό βλέμμα που έχουνε τα πεινασμένα αγρίμια...Ενα κρυφό χαμόγελο πάντως, έμοιαζε να παραμονεύει στις άκρες των βλεφάρων, το μάντευες περισσότερο, παρα το διέκρινες, άν άντεχες να συναντήσεις αυτό το άδειο, αρπαχτικό, γυάλινο βλέμμα...
Οταν ρωτούσε τί τρώγανε, της λέγανε πως τους τάϊζε η εκκλησία φαγητό και η κατσίκα γάλα.
Τη μάνα τους τη βρήκε ένα μεσημέρι ο Γιώργης ο Κανένας, τ' ανάσκελα πάνω στο ξεκοιλιασμένο στρώμα, μ' αφρούς στο στόμα και τα μάτια ανάποδα, τα μέσα της σκοτάδια να κοιτάει. Ο σκύλος κι' η κατσίκα τη μοιρολόγησαν μονάχα, μέχρι να παγώσει εντελώς... Οταν ρώτησε "απο τί πέθανε;" μπορεί απο επιληψία, μπορεί απ' το κρύο..." της είπαν σηκώνοντας τους ώμους...
Αναρωτιέται, άν χτύπησε εκείνη τη μέρα η καμπάνα, ή το ξέχασε ο παπάς.
Δυό μήνες πάνε, που βγαίνοντας απ' το χωριό για τους μακρινούς της περιπάτους είδε σε μιά κολώνα της ΔΕΗ το όνομα του Γιώργη του Κανένα. "Θανόντα αιφνιδίως...μπλα μπλα μπλα, ετών 30, μπλα μπλα, κηδεύομεν μπλα μπλα μπλα..."
"Γιατί πέθανε;" ρώτησε. Κανείς δεν ήξερε ακριβώς. Μόνο ένας , "Aπο αιμομιξία! Aφού πηδιούνται αναμετάξυ τους, κοπέλα μου..." της είπε...
Αναρωτιέται άν χτύπησε εκείνη τη μέρα η καμπάνα, ή το ξέχασε ο παπάς.
Ο κυρ Σταύρος ο Τίποτας, είχε χάσει κιλά, χθες που τον είδε. Τα φρύδια του σα να μάκρυναν πολύ, μισοσκεπάσαν τ' αρπαχτικά του μάτια. Σα να της φάνηκε πως τώρα είχε λίγο απο βλέμμα ανθρώπινο η ματιά του και μπόλικη παραίτηση στο βήμα του...
Βγήκε στα μονοπάτια με τ' αγριόσκορδα και τις ανεμώνες, αλλά το βήμα της σα νάγινε πιό αργό. Στο πίσω μέρος του μυαλού της μετάλλαζε το φόβο μου σε θλίψη ανεπαίσθητη. Ισως και λίγο σε ντροπή.
Αλλαξε απότομα αζιμούθιο. Πήρε το δρόμο που περνάει μπροστά απ' το "σπίτι" τους. Η μαύρη τρύπα αντί για πόρτα έχασκε ακόμα, το ίδιο απεχθής. Η κατσίκα έλλειπε. Ο σκύλος όχι. Καθόταν σ΄ένα ξεσκισμένο καναπέ, σε μιά γωνιά της αυλής. Οι κότες ήταν μόνο δυό. Τα μάτια τους ήταν το ίδιο αρπαχτικά αλλά κι' αδιάφορα σαν των άλλων δυό παιδιών, που κάθονταν στο κατώφλι του "σπιτιού" και κάναν διαλογή σε σακούλες σκουπιδιών. Ο σκύλος κούναγε βαριεστημένα την ουρά του ευελπιστώντας σε κανα "τυχερό" κι' έξυνε με μανία τα πλευρά του. Μπορούσες εύκολα να τα μετρήσεις...
Τη μύρισε και γύρισε προς το μέρος της για μιά στιγμή. Τη κοίταξε με χαμηλωμένο το κεφάλι, το βλέμμα αρπαχτικό αλλά κι' αδιάφορο, ίδιο μ' αυτό του κυρ Σταύρου του Τίποτα.
Εκανε γρήγορο το βηματισμό της. Ανάμεσα σε πεταμένα πλαστικά, σακούλες και σκουπίδια οι άσπρες μαργαρίτες στην αυλή αντιμάχονταν πίσω της τη μπόχα και τα γυάλινα, σκοτεινά, αρπαχτικά μάτια ανθρώπων και ζώων.
Η νοσηρή της φαντασία αντιμαχόταν με το δικό της τρόπο την άρνηση, την αποστροφή και την απόρριψη.
Αναψε τους πιό εκτυφλωτικούς προβολείς του μυαλού της, σώριασε τον άλλο της εαυτό σε μιά άβολη καρέκλα απέναντι και σφύριξε ερωτήσεις σα βρισιές.
Θ' ανακατεύαν άραγε το αίμα με το σπέρμα τους, ο κυρ Σταύρος ο Τίποτας, ο Γιώργης ο Κανένας, η Ελένη η Χαλασμένη, και η θιαΚούλα, αν είχαν όνομα αληθινό;
Λές νάταν πόνος αυτό που ανθρώπεψε λιγάκι τη ματιά του κυρ Σταύρου του Τίποτα;
Λές νάταν απο ντροπή που αλλαξοδρόμιζε όταν τους συναντούσε, τόσα χρόνια τώρα;
Αναπαύονται άραγε ποτέ οι ψυχές των πλασμάτων της αβύσσου, σαν τις μοιρολογήσουν μιά κατσίκα κι' ένας σκύλος;
Λές νa'ναι απο ντροπή;
κάτι κερδίζεις και κάτι χάνεις
-
Στο τέλος της γιορτής, το μικρό αγόρι κατάλαβε πως ποτέ δεν θα είχε όλα
όσα επιθυμούσε, όσο δύναμη κι αν είχαν οι επιθυμίες του, εξαρτιόταν από
τό...
Πριν από 8 ώρες
55 σχόλια:
τα πάντα τίποτα τα πάντα όλα.
και τι σχόλιο να κάνει κανείς χωρίς να μοιάζει με τίποτα σε αυτές τις πάντα λέξεις.
καλησπέρα σου!
"Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε τη πίκρα της ζωής.."
Λέει ένα γνωστό σονέτο του Λορέντζου Μαβίλη που θυμάμαι από το λύκειο..
Καλησπέρες καλέ μου βιολιστή!
-Τι απιστευτα σκληρο κειμενο!
-Τι ερημια!
Κρυμμένοι άνθρωποι-νεκροί,
κρυμμένα δράματα σπαρμένα παντού μες την Ελλάδα
στον κόσμο όλο.
Να πω κάτι ακόμη πιό τολμηρό και «κυνικό» ?
εμείς φταίμε...
ολοι μας...
κι όποιος εχει γερά επιχειρήματα να αντικρούσει αυτό το ΟΔΥΝΗΡΟ «ΕΜΕΙΣ»
ας μας τα πει.
Τραγικό.. μία οικογένεια ζωντανοί νεκροί!
..όλοι ήξεραν και δεν έκαναν τίποτε, έτσι γίνεται πάντα δυστυχώς!
Έτσι είναι ο κόσμος μας και φως και σκοτάδι.
Μπορεί άραγε να λείψει το σκοτάδι;
Καλημέρα
Δεν μπορώ να βρω λέξεις κατάλληλες για να περιγράψω τη δύναμη, την σκληρότητα αλλά και την τρυφερότητα αυτού του εξαίσιου κειμένου.
Με γράπωσε για τα καλά όσο το διάβαζα και δεν με άφηνε έυκολα μετά. Εικόνες ολοζώντανες τις αγγίζεις, τις οσφραίνεσαι.
Και να σκεφτείς πως "κυρ Σταύρος ο Τίποτας" μπορεί να είναι και γείτονάς μας.
Με όλη μου την καρδιά σε συγχαίρω!!
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ
δε μπόρεσα να το τελειώσω
δε μπορεσα
(οι αντοχές μου όσο περνάν τα χρόνια..)
b/a/s/n/i/a: Eύχομαι να ήξερα...
Αλλά, επειδή δεν ξέρω...
Κρατάω μόνο το χαμόγελο...:)
Kαλό σου απόγευμα!
Kelly alamanou: Καλότυχοι οι νεκροί...Ναί, Κέλλυ.
Οι ζωντανοί νεκροί όμως;
(Αλλο ένα γλυκό χαμόγελο που κρατάω..)
Talisker: Τί απίστευτα σκληροί, εμείς, οι άνθρωποι!
Και...ναί!
Τί ερημία, μικρή μου Τάλι!
Faraona: Εγώ πάντως, δεν θα διαφωνήσω μαζί σου Αναστασία.
(Εκείνο που λέγαμε; Ολοι, μέρος του ίδιου όλου, δεν είμαστε;)
Margo: Margoooooo! Κάνε μου μιά χάρη, κοριτσάκι μου! Πάρε με στη βαρκούλα σου, μακριάααα απο δώ....
Thalassenia: Μάλλον όχι, μικρό μου!
Αν λείψει, δεν θά'χει νόημα το φώς!
Christobal: Σ' ευχαριστώ Χριστόφορε...
Τα κείμενα, απλά, αντιγράφουν τη ζωή και τα συστατικά της:
Και δύναμη...
Και σκληρότητα...
Και τρυφερότητα...
Mαριλένα: Γλυκό κι' ευαίσθητο πλάσμα! Φυλάξου απ' τ΄άσχημα του κόσμου αυτού....
το σάλιο με το ζόρι κατάφερε να γλυστρίσει στο λαιμό. ανατριχιαστικό. το κείμενο. οι άνθρωποι. οι άνθρωποι. οι άλλοι. κόμπος το στομάχι.
πονάει πολύ
το μαχαίρι που χώνεις
πονάει πολύ
Ρωτάς αν θα άλλαζε η μοίρα τους αν είχαν όνομα.....
Δεν το νομίζω....
Πάντα η κοινωνία χαίρεται να έχει δακτυλοδεικτούμενα μαύρα πρόβατα... για να ορίζει τα όρια της....
Αν δεν ήταν αυτοί...θα ήταν κάποιοι άλλοι....
γιατί ο κόσμος είναι κακός.... και φοβάται να κοιτάξει στον καθρέπτη...
Α είπε αρκετά απ' αυτά που θα ήθελα να πω η aKanonisti..
Αυτό με τσατίζει. Ότι όλοι ήξεραν και δεν μιλούσαν, έκριναν και γέλαγαν, με τη δυστυχία μιας ολόκληρης οικογένειας.
Και το κακό είναι πως υπάρχουν πολλά τέτοια πλάσματα ακόμα κρυμμένα εδώ κι εκεί, σε χωριά και πολιτείες με νομοταγείς πολίτες και καλούς χριστιανούς.
Είναι να μην νιώθεις φρίκη;
Δεν εχω λόγια γαμωτο. Η γραφη σου παντα συγκλονιστική βιολιστη μου. Παντα.
το ζήλεψα το κείμενο
Έχεις αρσενικό τρόπο γραφής, ή μάλλον γράφεις ώστε να σε καταλαβαίνουν και άντρες
ο κύριος τίποτας, ο κύριος κανένας, ο κύριος χωριάτης
και όλοι οι φίλοι μας
που δεν ντρεπόμαστε γι αυτούς
Kayadesigner: Και κόμπος στη ψυχή...Που δεν λυτρώνει, όμως...
Logia: Ξυράφια οι εικόνες..."Τσιμπάνε" το μυαλό και τσούζουν...Ετσι...Να μη ξεχνιόμαστε...
Ακανόνιστη: Ρητορικό το ερώτημα, Μαρία...
Οχι, δε θ' άλλαζε...
Και κακοί...
Και δειλοί...
Και λίγοι, είμαστε...
Madame de la luna: Εγώ πάλι, νοιώθω πολλές ενοχές για να θυμώσω...
Παρ' όλ' αυτά Φεγγαροκυρά μου, καλύτερος ο θυμός απ' τις ενοχές!
Πιό αποτελεσματικός!
Νίκος Λιολιόπουλος: Σ' ευχαριστώ Νίκο!
Φλεγόμενος: To σχόλιό σου με τιμά!
Και ναί!
"Οι άνδρες είναι άνδρες.
Και οι γυναίκες, γυναίκες.
Και ανεξαρτήτου σεξουαλικότητας, είναι όντα ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΑ"
Γι' αυτό μ' αρέσει η "αρσενική" γραφή!
Και ίσως γι' αυτό ερωτοτροπώ με τα κείμενά μου...
Οτι τα κείμενά σου είναι πάντοτε πολύ δυνατά, είναι γνωστό. Αλλά αυτό το σημερινό, αποπνέει οχι μόνο σκληρότητα, αλλά και τρυφερότητα. Γιατί καμιά φορά τα απάνθρωπα κλείνουν μέσα τους και τρυφερότητα.
Άραγε νάταν η μοιρά αυτών των ανθρώπων, κάπου λοξοδρόμισαν,κάτι τους οδήγησε στο σημείο που έφτασαν; Πόσα ακόμα παρόμοια περιστατικά άραγε υπάρχουν κάπου κρυμένα;
ΦΟΒΕΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ.ΕΜΕΙΝΑ ΑΦΩΝΟΣ!!
ΠΕΡΑΣΑ ΝΑ ΑΦΗΣΩ ΜΙΑ ΖΕΣΤΗ ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΚΑΙ ΝΑ ΠΩ ΚΑΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ :)))
To θέμα είναι άραγε οι ψυχές, ή η θύμησες;
Λεοντόκαρδος: Δύσκολο να πώ, άν είναι μοίρα ή συνθήκες αυτό που καθορίζει τις ανθρώπινες τραγωδίες...Πιστεύω, πως μάλλον είναι κάτι κι' απ' τα δυό....
Σκρουτζάκος: Tη χρειάζομαι! Τη ζεστή σου καλησπέρα!
Ευχαριστώ Σκρουτζάκο!
Καμηλιέρης: Ψυχές που δεν "αναπαύονται" στη συνείδησή μας, μπορεί και να εκδικούνται με σκληρές θύμησες, Καμηλιέρη μου...
Μπορεί...
Αποστρέφω το βλέμα από τέτοια θεάματα. Δεν τα αντέχω. Και το κείμενό σου το βρήκα πολύ σκληρό για την κατάστασή μου.
(προτιμώ να μην ξέρω:( )
Στον αιώνα που ζούμε τόσο μακριά απο το μεσαίωνα τα όσα περιγράφεις είναι λυπηρό που δεν μου προκάλεσαν έκπληξη.. Τόσο που έχουμε συνηθίσει τη σαπίλα και φθορά τριγύρω μας..
Το ξεπερνάω και στέκομαι στο θαυμασμό που ένιωσα για το αφηγηματικό σου ταλέντο!!!
Ομορφη Ανοιξη βιολιστή μου
Mamma: Ναί "μαμάκη"...Ετσι να κάνεις πρέπει...Το "φασολάκι" σου πρέπει ν' αναπνέει όμορφα αρώματα εκεί μέσα...
Συγνώμη που άργησα τόσο ν' απαντήσω στο σχόλιό σου...Με δάγκωσε ένα αγριόσκυλο! Ασχημα...Δεν ήμουν και στα καλύτερά μου αυτές τις μέρες...Περνάει όμως...
Φιλί!
Σταγόνα: Ναί Σταγόνα μου...Αυτό είναι το χειρότερο...Που όλα τα συνηθίζουμε σιγά-σιγά...
Σ' ευχαριστώ για τα καλά τα λόγια!
Σε φιλώ!
πολύ καλό κείμενο.
την καλησπέρα μου.
Γροθιά στο στομάχι.
Εικόνες που θα θέλαμε να αποφύγουμε, αποστρέφοντας το βλέμα μας,κάνοντας πως δε βλέπουμε αντί να συνδράμουμε και να ενδιαφερθούμε. Άλλη μια φορά κατάφερες, με αριστουργηματικό τρόπο να προκαλέσεις κάποιο κυματισμό στο τελματόδες τοπίο της κοινωνικής μας αδιαφορίας.
Θάλεια μου να είσαι καλά και να μπορείς να βλέπεις γύρω σου με τον δικό σου τρόπο.
Είναι πολύ σκληρό να είσαι για τον κόσμο ένα τίποτα και ένας κανένας...Έχουν κι αυτά τα πλάσματα δικαίωμα σε κάτι,δεν ξέρω σε τι.Αλλά δεν ξέρω κιόλας αν μπορούν να το ψάξουν.Μοιάζει μάλλον να έχουν χάσει το δρόμο τους.Τον προορισμό τους.Αισθάνθηκα κυρίως λύπη διαβάζοντας το κείμενο.
Πέρασα μετά από καιρό,αγαπητή μου βιολιστή,δε σε έχω ξεχάσει.Σου στέλνω την καλημέρα μου.Ελπίζω να είναι καλά τα ζώα σου και ο κήπος σου!
Πολύ ζωντανή η αφήγησή σου.
συμπληρωματικά:
ο κυρ Σταύρος ο Τίποτας μου θύμισε τον ντοστογιεφσκικό ήρωα Μαρμελάντωφ,τηρουμένων των αναλογιών.Πάντα θα υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι που κάπου σταμάτησαν.
Ολων οι ψυχές αναπαύονται Θάλεια μου ακομα κι αυτων που δεν τους μοιρολόγησε κανενας.
Σε φιλώ
Μέρες χαράς κι Ανάστασης εύχομαι!
Fpboy: Σ' ευχαριστώ, με καθυστέρηση...Καλές αποδράσεις νά'χεις φωτογράφε μου!
Κοντολάμπρος Ηλίας: Δε θέλω να βλέπω μόνο...Να κατανοώ θέλω...Μόνο αν κατανοείς μπορείς και να βοηθήσεις...
Δυστυχώς εγώ, ούτε κατανοώ, ούτε βοηθώ...
Θλίβομαι μόνο...
Σ' ευχαριστώ Ηλία για τα καλά τα λόγια..
Ολα θα πάνε καλά: "Ανθρωποι που κάπου σταμάτησαν" !!!
Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιό πλήρης περιγραφή...
(Σημειώνω κι' εγώ απουσίες απ' το μπλόγκινγκ Γωγώ μου.. Και με τρώει..Αλλά, όλα είναι καλύτερα όταν γίνονται τη στιγμή που πραγματικά τα έχουμε ανάγκη.
Ζώα, κήπος, και μιά οργιώδης άνοιξη εδώ γύρω είναι όλα καλά! )
Νανά Τσούμα: Μάλλον δίκιο έχεις Νανά!
Των ζωντανών είναι που δεν αναπαύονται ποτέ...:)
Faraona: Ευχαριστώ Αναστασία μου!
Πάντα την ίδια ζωντάνια ψυχής νά'χεις, εύχομαι για τη γιορτή σου!
Σκρουτζάκος: Οτι καλύτερο και σε σένα Σκρουτζάκο μου! Καλή, και προπαντός ΑΛΗΘΙΝΗ Ανάσταση, σου εύχομαι...
Κι είναι τόσες οι φορές που αντί να προβληματιστούμε για το τι έκανε κάποιους ανθρώπους τόσο καλά στην ταμπέλα "τίποτα" να αναταποκρίνονται, απλώς νιώθουμε τυχεροί που εμείς είμαστε τόσο μακριά από όλα αυτά...
Υπέροχο κείμενο... σκληρό και αμείλικτο με τον αναγνώστη...
Elpenor: Σκληρό κι' αμείλικτο με τον εαυτό μας! Οπως μας αξίζει!
Σ' ευχαριστώ για το "πέρασμα"! :)
Δεν το ξέχασα.
Ήρθα να διαβάσω για τον κυρ Σταύρο.
Τη φράση που χρησιμοποιείς "το βλέμμα ανθρώπεψε" κρατάω.
Αδιανόητο κείμενο
Δημοσίευση σχολίου