16 Σεπ 2008

Χωρίς τίτλο...


Στο κατώφλι της εφηβείας της, τα βράδια συνήθιζε να εγκαταλείπει το κρεβάτι της και να καβαλάει το περβάζι του παραθύρου που έβλεπε στην αυλή. Εψαχνε το φεγγάρι, ανάμεσα στις απειλητικές πολυκατοικίες και συνήθως, αφού του έστηνε καρτέρι αρκετή ώρα, η προσχεδιασμένη συνάντηση πραγματοποιόταν.

Τραβούσε σε μάκρος, όσο πιό πολύ μπορούσε, αυτή τη λυτρωτική παρουσία, αντίδοτο της οικογενειακής μοναξιάς της. Σχεδόν έτρεφε αισθήματα ευγνωμοσύνης γι' αυτό. Το φεγγάρι γινόταν ο χώρος κι' ο χρόνος της. Και πάνω στο περβάζι, ταξίδευε...

Τοποθετούσε ένα τρανζιστοράκι (το μέγεθος του γινόταν σταδιακά αντιστρόφως ανάλογο με την ηλικία της), δίπλα στα ξυπόλητα της πόδια, και άκουγε "νέο κύμα". Εύκολα βούρκωνε με τις μουσικές, δεν ήξερε καν γιατί, μάλλον θα ήτανε θλίψη, καλά κρυμμένη στα σεντόνια της, που τις νύχτες της επέτρεπε να τη συντροφεύει, χωρίς να ντρέπεται. Και πάνω στο περβάζι, ταξίδευε...

Το φεγγάρι, η μουσική κι' αυτή, φτιάχναν το κόσμο ομορφότερο, για λίγο.

Αυτή, απομόνωνε επιλεκτικά τα όμορφα της μέρας. Μπορούσε ακόμα και να προσποιηθεί, πως αυτή η φιγούρα πάνω στο παράθυρο, ήταν το κέντρο του κόσμου. Και το αντικείμενο του πόθου όλων των αγοριών στη γειτονιά.

Επλαθε ηδονικά την ίδια και την ίδια ιστορία, είναι άρωστη βαριά, πεθαίνει, και πονάνε όλοι τόσο πολύ γι' αυτό! Η μαμά της ειδικά, κλαίει πιό πολύ απ' όλους, και της μιλάει τρυφερά πάνω απ' το κρεβάτι που αφήνει τη τελευταία της πνοή, και τη παρακαλάει να μη φύγει, που τόσο την αγαπάει...

Μα κι' ο μπαμπάς της όμως, πώς δεν το είχε καταλάβει τόσο καιρό, της χαϊδεύει γλυκά τα μαλλιά, και μέχρι και φιλί στο μέτωπο της δίνει...

Και κείνος , ο Διονύσης, με τα γαλάζια μάτια, και κείνος μπαίνει στο δωμάτιο όλος απελπισία, και με το βλέμμα του τη λούζει με "σ' αγαπώ"...

Και χαμογέλαγε ευχαριστημένη. Την είχανε νταντέψει!

Κάποιες φορές, γυρνούσε το κεφάλι και αποτολμούσε να κοιτάξει το δωμάτιο, με βλέμα δανεικό απ' το φεγγάρι, που κάτεχε τη τέχνη να φιλτράρει τ' άσχημα, τα φτωχά, τα χαλασμένα του δωματίου της, να τους απλώνει τούλια ασημιά, να φαίνονται πως λάμπουν, να μη ντρέπεται πιά γι' αυτά...

Κι' άλλες βραδιές, που το φεγγάρι δεν ερχόταν, η το παράθυρο έμενε κλειστό απο το κρύο, με το τρανζίστορ κολλημένο στο αυτί, κουλουριασμένη κάτω απ' τις κουβέρτες, έπαιζε ρόλο πρωταγωνιστικό στο "Θέατρο της Τετάρτης", ή νανουριζότανε γλυκά απ' τη φωνή του Νίκου Τζόγια που διάβαζε μυθιστορήματα, στη "Ραδιοφωνική Βιβλιοθήκη", ή, αφηνόταν να τρομάξει με τις "Αστυνομικές Ιστορίες" του Νίκου Φώσκολου, για νάχει να το πεί στη μαμά της αύριο, κι' αυτή... να τη νταντέψει!

Ο μπακάλης της γειτονιάς ήταν καλός. Με το δίφραγκο στο χέρι, κάθε μεσημέρι, μετά το σχολείο, πήγαινε να εξασκήσει μιά απ' τις λίγες ελευθερίες επιλογών που της δινόντουσαν τότε. Θα διάλεγε, ποιά κονσέρβα έτοιμου φαγητού θα έτρωγε κάθε μέρα. Και όσο αυτή ταλαντευότανε ανάμεσα στο "κρέας με φασόλια" (ήταν το αγαπημένο της), ή, στο "αρνάκι με αρακά", ή στα "ντολμαδάκια γιαλαντζί", ο μπακάλης της μίλαγε με συμπάθεια κι' ενδιαφέρον, τη ρώταγε για το σχολείο, για τα μαθήματα, για τις φίλες της, για τη δουλειά του μπαμπά της

(το επίσημο ανακοινωθέν για τη δουλειά του μπαμπά της, ρετουσαρισμένο διακριτικά απ' τη μαμά, και γενικά αξιοπρεπώς συμαζεμένο, ήταν "Πλασιέ σε είδη χρυσοχοϊας"). Πάντως ο μπακάλης ήταν καλός. Τη βοηθούσε στην επιλογή του φαγητού της ημέρας, σχεδόν καθόριζε το καθημερινό της διαιτολόγιο : "Χθές έφαγες μοσχάρι με φασόλια, σήμερα καλύτερα να φάς ντολμαδάκια". Ηταν καλός ο μπακάλης. Τή ντάντευε!

Πάντα ονειρευότανε έναν μεγαλύτερο αδερφό. Ομορφο,ψηλό, δυνατό, και να τη λατρεύει.

Μπορεί και ν' άφηνε το φεγγάρι για χάρη του! Και τις μουσικές! Και το παράθυρο ακόμα! Αρκεί, να ήταν αδερφός, όμορφος, ψηλός και δυνατός και να τη λάτρευε. Ναρχότανε στο σπίτι με τους φίλους του, κι' άλλο να μη κάνανε, παρά να τη παίζουν, να τη βάζουν να χορεύει και να τραγουδάει, να γελάνε πολύ, και μετά να την παίρνουνε αγκαλιά. Και να τη νταντεύουν!

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Απο την εφηβεία και μετά, το φεγγάρι, όλο και πιό συχνά, κρυβότανε μέσα στα αγορίστικα μάτια. Εκείνη, μίλαγε ελάχιστα, με μάτια χαμηλωμένα, και κάθε τους λέξη τραγούδαγε στ' αυτιά της με τη φωνή του Γιώργου Ρωμανού. Αν σήκωνε τα μάτια να τους κοιτάξει, οι μουσικές την εγκατέλειπαν. Αν τους άφηνε να τη φιλήσουν, το φεγγάρι θύμωνε πολύ και τράβαγε στη δύση του. Βασάνιζε και βασανιζότανε, χορεύοντας σε τεντωμένο σχοινί, με τα χέρια ανοιχτά να φωνάζουν "σε θέλω", και τα μάτια κλειστά, βοηθοί στην άρνηση, σκληροί εκπαιδευτές στην πειθαρχεία. Εριχνε σα σαϊτα το βλέμα της μαγνητισμένο απο την αγορίστικη επιθυμία για μιά στιγμή, μόνο για μιά στιγμή, και μετά ξαναγυρνούσε στο χωροχρόνο της, ανέγγιχτη μα όχι παρθενική, έτοιμη να πλάσει το ζυμάρι της φαντασίας της, σ' όποιο σχήμα αγαπούσε. Τόβαζε κάτω απ' το μαξιλάρι της , και τότρωγε στα όνειρά της.

Ομως, έτσι, μπορεί τ' αγόρια, να τη νταντεύανε...

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Μεγαλώνοντας, ούτε που κατάλαβε πώς αντέστρεψε τους όρους. Ξέθαψε απ' το μπαούλο τη στολή του ιππότη, που της φοράγανε όταν ήτανε μικρή, και τη φόρεσε κατάσαρκα για πάντα. Τα βελούδα και τα φτερά γίνανε ένα με το δέρμα της, κι' ένα μικρό σπαθί παρέμενε κρυμένο στη θήκη του, να πολεμάει τους δράκους, τα φαντάσματα και τη μοναξιά της. Βούταγε τη πέννα της στα δάκρυα, μόνο όταν ήτανε μόνη, και ριχνότανε με πάθος στη πρόκληση, που την είχε βαφτίσει μάχη. Μάτωνε συχνά, αλλά είχε αποκτήσει τη στόφα του νικητή, και είχε κατακτήσει τη δόξα του δυνατού. Σαν φυσική συνέπεια, ο Δον Κιχώτης μέσα της, αφηνόταν να διαμελιστεί κατ' επανάληψη απο τους ανεμόμυλους της γεμάτης με ρομαντισμό φαντασίας της, ποτέ όμως δεν αφέθηκε να πεθάνει για τα καλά, γιατί ο κόσμος ήταν γεμάτος Δουλτσινέες, κι' αυτή έπρεπε νάναι ζωντανή για να τις προστατεύει και να τις νταντεύει.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Αφέθηκε να μεγαλώνει, αναπτύσσοντας όλο και περισσότερο τη τεχνική της φτερούγας. Που ανοίγει και μαζεύει απο κάτω της χαρές και λύπες, αγάπη και παράπονο, τα χρήσιμα, τα περιττά, θυμούς και συγχώρεσες, αποδοχή κι' απόρριψη. Τους έδινε μορφή, σαν το ζυμάρι της φαντασίας της που έπλαθε όταν ήτανε παιδί, και καθισμένη στο περβάζι ενος παράθυρου που ακόμα ψάχνει το χαμένο του φεγγάρι, ξόρκιζε τη μοναξιά των παιδικών της χρόνων με το ντάντεμά τους. Μόνο που πιά, βαθιά μέσα της ήξερε, πως έπρεπε η ίδια να νταντεύει, γιατί ο χρόνος έφευγε, το δωμάτιο είχε πετάξει προ πολλού τα τούλια του φεγγαριού, κι' ο Γιώργος Ρωμανός, δεν τραγουδούσε πιά. Μπορεί και να είχε πεθάνει.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Κάποιες φορές, προσποιείται την αδύναμη. Επιστρατεύει τη τεχνική της γκρίνιας, του θυμού, της παραίτησης. Χτυπάει τα πόδια στο πάτωμα με πείσμα, να γίνει το δικό της. Συνήθως γίνεται, αλλά δεν έχει γεύση. Ζητάει τη γεύση, τη πρωτόγνωρη, αυτή που της την είχαν αρνηθεί οι γεννήτορές της, την υποψία έστω ζητάει, ψήγματα υποταγής καταχωνιασμένα μέσα της, αναδεύονται υπομονετικά να βρούν την ευκαιρεία, να εκφραστούν, να της αλλάξουν τη μορφή. Να γίνει απο ιππότης, Δουλτσινέα, κι' ακόμα πιό πολύ. Κοριτσάκι μικρό, για να χωράει στο περβάζι του παράθυρου, να αρωσταίνει πιό συχνά, και να της φτιάχνουνε σούπες, και κείνο το φεγγάρι, η παρεούλα της, ν' αρχίσει πάλι να της μιλάει ψυθιριστά, να τη νταντέψει. Να τη νταντέψουν...


28 σχόλια:

Unknown είπε...

Η μοναξιά είναι επίπλαστη, αλλά την πλάθουμε με φοβερή μαεστρία...

ΕΥΟΙ! είπε...

η τεχνική της φτερούγας...
ποιό πουλί θα ήμουν
ανάλογα με την περίσταση...

ο αποτέτοιος είπε...

βιολιστά, χάζεψα με το κείμενο.

πω πω!

(θα επανέλθω όταν θα έχω συνέλθει)

Ανώνυμος είπε...

Είναι τουλάχιστον κατινιά και βλακώδες είσης, να κάνεις copy/paste σε ένα κείμενο μου μεταφέροντάς το από προηγούμενο post στο επόμενο.
Ψάξε για καλύτερο τρόπο εκδίκησης.

Βιολιστή άλλο ένα άπαιχτο κείμενο σου!


Γ.

Ανώνυμος είπε...

!!
Να υποθέσω ότι πρόκειται περί άρρωστημένου αστείου ?!
Τελικά @βιολιστής δεν στερείσαι φαντασίας!
Έστω και άρρωστης!

βιολιστης στη στεγη είπε...

Καμηλιέρης: Λές, έ; Χμμμμ...

βιολιστης στη στεγη είπε...

ευοί: Πουλί, με μεγάααλα φτερά!

βιολιστης στη στεγη είπε...

Αποτέτοιος: Ασε τα σάπια! Πάς να σκεφτείς τί θα γράψεις. Παλιοψεύτη!

L' Aesthete Soleil είπε...

Κοριτσάκι μικρό για να χωράει στα παράθυρα. Κι αν μεγαλώσει; Δε θα βρει ένα παράθυρο που να το χωράει αν και βρίσκεται αλλού; Να ακούει ψιθύρους που θα τη συντροφεύουν μαζί με την αστερόσκονη της ασημένιας αγκαλιάς.

βιολιστης στη στεγη είπε...

Αισθητιστής: Την απάντηση δεν τη ξέρω. Ξέρω όμως, ότι το σχόλιό σου, είναι γλυκό, τρυφερό κι' αισιόδοξο.
Νάσαι καλά.

lila είπε...

Μεγάλωσε και είχε ακόμα ανάγκη από ντάντεμα,θέλει να είναι μικρή και αδύναμη,να μην παλεύει πια αυτή,αλλά να παλεύουν οι άλλοι για αυτήν και να της μιλάει το φεγγάρι.
Μπορείς να την κατηγορήσεις;
Αν την έβλεπα θα της έκανα μία σούπα και θα της χάϊδευα τα μαλλιά,για να αποκοιμηθεί,κοιτώντας το φεγγάρι.

βιολιστης στη στεγη είπε...

Lilla: Ετσι, έτσι...

Leviathan είπε...

nomizo oloi mas exoume anagi auto to dadema...filia!

ο αποτέτοιος είπε...

μα φυσικά και ψάχνω να βρω κάτι να πω αφού σου λέω χάζεψα!
και δυστυχώς για μένα ακόμα δεν βρήκα..

jacki είπε...

Υπέροχο το κείμενο. Υπέροχη συντροφιά το φεγγάρι. Θέλουμε που και που το ντάντεμα..μικρά και μεγάλα παιδιά.
Να είσαι καλά που μας χάρισες αυτό το κείμενο..
Καλσπέρα.

βιολιστης στη στεγη είπε...

Αποτέτοιος: Nταξ! Δε σε παρεξηγώ. Είναι και οι 133 εκκρεμότητες που σε κυνηγάνε...

ολα θα πανε καλα... είπε...

Καλησπέρα,βιολιστή
Κατ αρχάς να πω ότι μου αρέσει πολύ η εικόνα με τα μουσικά όργανα που έχεις βάλει πάνω-πάνω στην αρχική σελίδα.
Μου φάνηκε πολύ τρυφερή η σκηνή με σένα,μικρούλα,να διαλέγεις μαζί με τον μπακάλη τις κονσέρβες που θα έτρωγες.Ζει ακόμα αυτός ο κύριος;

βιολιστης στη στεγη είπε...

Ολα θα πάνε καλά: Πρέπει νάχει γίνει λίπασμα ίσαμε τρείς φορές!
Καλό σου βράδυ!

βιολιστης στη στεγη είπε...

Jacki : Tελικά, μάλλον δε το ξεχνάμε ποτέ το παιδάκι μέσα μας!
Απλά, ρόλους αλλάζουμε.
Νάσαι καλά.

wilma είπε...

Αχ αυτό το θέμα του νταντέματος. τελικά ακόμη κι αν κανείς δε σε νταντέψει μικρός, ακόμη κι αν η ζωή τα φέρει έτσι που χρειάστηκε να μεγαλωσεις απότομα, πάλι αναζητάς το ντάντεμα των παιδικών χρόνων. Είναι η ασφάλεια του παρελθόντος.

βιολιστης στη στεγη είπε...

wilma: Ναι, είναι σαν τις αγκαλιές, στην ανάρτησή σου. Δεν χορταίνονται ποτέ!

Talisker είπε...

Μπηκα να πω μια καλησπερα
απο την ωρα που μπηκα εχει 3-4 λεπτα που ψαχνω το κινητο μου!

Το βρηκα μα δεν ηταν κανεις !!!!

Τελικα ειχες το flying εσυ..
-κι εχω παθει πλακα

μου ειναι τοσο οικειο αυτο το τραγουδι που νομιζω οτι μου ανηκει
::))).

Το ειχα μηνες ,μονο του, στο μπλοκ μου..
τεσπα ...το λατρευω !

ας σε διαβασω τωρα και συνεχιζω να παραλογιζομαι μετα!:)

Talisker είπε...

Μοιαζει πολυτιμο το βιολι στο μυαλο σου ..
ισως ενα μικρο STRADIVARIUS..
σπανιο μετα απο ειδικες επεξεργασιες ..
και παλαιωση των πικρων στιγμων!

να του γρατζουνας τις χορδες
-κι ας ποναει.

βιολιστης στη στεγη είπε...

Talisker : Kαλωστην! Κι' εγώ το είχα μήνες στα αρχεία μου, και το θυμήθηκα από μία ανάρτηση του Leviathan με τίτλο "Πετάω"! Και ήταν σα να το άκουγα μέσα στο κεφάλι μου, μετά απο καιρό!
Αν μιλήσω για το σχόλιό σου, ίσως θ' ακουστεί σα ν' ανταλλάσουμε φιλοφρονήσεις! Και δεν θέλω. Αλλά και δε μπορώ να μη το κάνω...
Τί ν' απαντήσω σ' ένα σχόλιο που είναι λογοτεχνία απο μόνο του;
Χάρηκα που ήρθες!

elf είπε...

Τι μου θύμισες, βιολιστή μου! Φιλόξενα περβάζια με χοντρές κουρτίνες, προσομοίωση απομόνωσης και ανεξαρτησίας.
Και κορίτσια που κουράστηκαν να επιθυμούνε την επιθυμία. Ένα κορίτσι, βασικά.
Πάντα μ' αρέσουν τα κείμενά σου. Κι ας με μελαγχολούν.
Καλό Σαββατόβραδο και όμορφη Κυριακή.

Spy είπε...

Κρυφάκουγα που μιλούσατε για βιολιά με την talisker (συγγνώμη), και είπα μήπως θέλετε να ακούσετε αυτό.

(μη δώσετε σημασία στον τίτλο)

βιολιστης στη στεγη είπε...

Elf: Αρωμα μελαγχολίας, ίσως. Ανοίγει για λίγο το μπουκαλάκι, το άρωμα αναδύεται, και ξανακλείνει.
Και μετά,...στο συρτάρι πάλι.
Καλή Κυριακή και σε σένα ξωτικό μου!

βιολιστης στη στεγη είπε...

Spy: ΑΥΤΟ; Μ' έστειλε!